2018-06-04 21:53
ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΓΑΜΟΣ - ΝΕΟΙ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΟΓΔΟΟ
«Ένας γάμος είναι επιλογή μέχρι εκεί, που δεν προσβάλει τον άλλον η απόφασή σου». Κάπως έτσι ο νεαρός εντεταλμένος του κράτους θέλησε να ξεκινήσει να βαδίζει στο μονοπάτι της επιχειρηματολογίας του και συνέχισε, καθώς διέκρινε τα μάτια του ιερέα απορημένα «Μη διστάζετε να συμφωνήσετε. Γενικά εσείς οι ιερείς το κάνετε αυτό. Είστε τόσο πεπεισμένοι για αυτά που γράφουν τα Ιερά Κείμενα, που σα να κρατάτε παρωπίδες».
«-Δεν ήθελα να διαφωνήσω» ξεπέρασε τη φωνή του συνομιλητή του ο ιερέας «απλά είναι μια χαλαρή δήλωση, χωρίς δικαιολογία και στήριξη, περιμένω να μου εξηγήσεις το γιατί, το γιατί το λες αυτό». Το σώμα του έγειρε μπροστά τα μάτια του κάρφωσαν στα μάτια τον νεαρό και τα δάχτυλά του μπλέχτηκαν σαν πλεξούδες. Ήταν έτοιμος να δικαιωθεί σε αυτό, που έπραξε καθώς ήταν νέος, με τα λόγια αυτά του νεαρού. Όποιος δεν θέλει να παντρευτεί και πιέζεται, δεν παντρεύεται. Έτσι θα το εννοεί σκέφτηκε και περίμενε ακίνητος να λάβει με θέρμη την επιβεβαίωσή του.
«- Οι περισσότεροι λένε ότι τους προσβάλει η ιδέα του γάμου και της συνύπαρξης, μα εγώ θέλω να φέρω και στο τραπέζι το άλλο ζήτημα. Δηλαδή, θέλω να πω, απ’ την άλλη μεριά γιατί να μην προσβάλλεται και αυτός, που θέλει γάμο και του έχει προκληθεί μια άλφα κατάσταση, όταν ο σύντροφος του ατόμου αυτού δε δέχεται να το παντρευτεί και εξαφανίζεται». Τα μάτια του φλόγισαν και ο τόνος της φωνής είχε υψωθεί παρά τη θέλησή του.
Ο ιερέας κατάλαβε ότι η κατάσταση είχε φτάσει σε ευαίσθητο σημείο. ¨Ηξερε, το ήξερε πολύ καλά. Αν συμφωνούσε, θα σήμαινε ότι κοροϊδεύει τον εαυτό του με αυτό, που είχε από μόνος του πράξει στα 20 του, μα αν έλεγε όχι, θα έπρεπε να το στηρίξει με επιχειρήματα τις τύψεις, που τόσα χρόνια πλάθονταν μέσα του, γιγαντώνονταν και πολιορκούσαν τον εσωτερικό του κόσμο τόσα πολλά χρόνια, μέχρι σήμερα. Μα ήταν περίεργο. Είχε μπροστά του έναν κατά πολλά χρόνια νεαρότερο του και η σκέψη του προσπερνούσε το συνηθισμένο, το προφανές. Φοβόταν, όμως, έτρεμε να συνεχίσει τη συζήτηση και αφού η ψυχή του δεν ηρέμησε με την απάντηση του νεαρού συμφώνησε με το μυαλό και σχέδιο μηχανεύτηκε το θέμα να γενικεύσει. «Και για όλα αυτά τα ζευγάρια, που δε θέλουν να παντρευτούν, που το βλέπουν απλά ως παραπάνω έξοδα και απλά μένουν μαζί χωρίς ευλογία, ποια η γνώμη σου;»
«-Για ποια; Για τα νέα ζευγάρια, που τα σκαλιά της εκκλησίας δεν ανεβαίνουν και απλά ένα σύμφωνο συμβίωσης κάνουν για τα τυπικά συμφωνηθέντα στη δική τους επιμέρους συμβίωση; Ε για αυτά είναι επιλογές είναι πιστεύω. Για μένα η συμφωνία ενώπιον ενός δημάρχου είναι αρκετή. Τα παραπάνω έξοδα είναι περιττά».
Εκεί, όμως, σε αυτά τα λόγια ο ιερέας είχε να απαντήσει, είχε μιλιά να ορθώσει.
«-Παιδί μου ξέρω πως τον γάμο πολυέξοδο τον βλέπετε τον θρησκευτικό και ως κοινωνική δεξίωση και πάρτυ τον λογίζετε, μα για μένα και για όλους εμάς, που πιστεύουμε στον Έναν και Κύριο και Θεό μας, με τη Λειτουργία του γάμου κηρύσσεται το αδιάσπαστο της Ένωσης ανδρός, γυναικός και με όλη την ιεροτελεστία τονίζεται η σοβαρότητα της πράξεως. Όλα αυτά με 2 υπογραφές ενώπιον του Δημάρχου δεν τα βγάζουν. Και καθόλου σοβαρό το βήμα αυτό, από αυτούς που το κάνουν δεν εκπέμπεται. Άρα για μένα αν θες με έναν άνθρωπο να είσαι μαζί καλύτερα να λάβεις αυτή την ευλογία πρώτα για να το σκεφτείς και εσύ πιο σοβαρά το μεταξύ σας, όσο του είναι, όσο του πρέπει να είναι».
«Δέχομαι τα λόγια σας αυτά, μα ο γάμος δεν είναι μόνο μια ιεροτελεστία είναι και έξοδα».
«-Μπορείς να τα περιορίσεις, ακόμα και στα τρία άτομα, το ζεύγος και ο κουμπάρος μα την ευλογία και την ευχή, που θα πάρεις για το ζεύγος σας, δε θα στη δώσει κανένα Δημαρχείο, παρά μόνον στην εκκλησία, ο Θεός». Το βλέμμα του ήταν τόσο σταθερό και οι κινήσεις του τόσο στοχευμένες, που κανείς δεν μπορούσε να αμφισβητήσει ότι πιστεύει τα λεγόμενα. Μα η σταθερότητά του τρεμόπαιξε σε δέκατα δευτερολέπτου με την επόμενη ερώτηση του νεαρού.
«- Καλά, μα δε μου είπατε εσείς πιστεύετε ότι αν ο σύντροφός σας ερχόταν σε μια δεινή κατάσταση και χρειαζόταν στήριξη θα προχωρούσατε σε γάμο ή θα προσέβαλε την ανεξαρτησία σας;»
Το πνεύμα του κέρωσε, τα χέρια του λύθηκαν από πλεξούδα και τα πόδια του τεντώθηκαν μπροστά. «- Τώρα ναι, κάποτε όχι». Για να μην σχολιαστεί παραπάνω η δήλωσή του αυτή έστρεψε τη συζήτηση στον συνομιλητή του. «Μα εσύ πώς ενδιαφέρεσαι τόσο;»
Επικράτησε σιγή. Είχαν φτάσει στο τέλος της συζήτησης για την ημέρα, είχαν φροντίσει να πλουτίσουν τον ουρανίσκο τους με γεύσεις από φρούτα εποχής και τα σώματά τους με άνεση χύνονταν στον χώρο χορτάτα από φαγητό, συζήτηση και νέες απόψεις. Οπότε ήταν εύλογο ότι ο ιερέας έπρεπε να επαναλάβει τη συζήτηση για να βρει αντίκρισμα στα λόγια του συνομιλητή του.
«-Λοιπόν εσύ πώς ενδιαφέρεσαι τόσο αν κάποιος θα άφηνε τη σύντροφό του σε μια δεινή κατάσταση μόνη της ή θα την παντρευόταν;» επανέλαβε στον νεαρό την ερώτηση.
«-Γιατί κάπως έτσι έκανε στη μητέρα μου ο πατέρας μου, που, μάλιστα, ακούγεται πως έγινε και παπάς».
Τα μάτια του γούρλωσαν μα δεν ήθελε να προδοθεί καθόλου «-Βλέπεις, όλοι άνθρωποι είμαστε, παιδί μου» πρωτη φορά δεν ήξερε πώς εννοεί τη λέξη παιδί Ω Θεέ μου σκέφτηκε και συνέχισε «και πάντα υπάρχει χρόνος για μετάνοια. Όλοι άνθρωποι, μα η μετάνοια…». Ανασκουμπώθηκε για να το αναλύσει. Έπρεπε τόσα να εξηγήσει και μόλις άρχιζε. Μόλις ξεκινούσε, μα ήθελε τόσα να πει…