2018-08-08 22:04
της Ραφαελλας Σταυριδάκη
3. Η ΜΑΝΤΙΛΑ ΩΣ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΩΜΑ – ΝΟΜΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ:
Η μαντίλα ως έκφραση της θρησκευτικής ελευθερίας και διαφορετικότητας: Το δικαίωμα ένδυσης με θρησκευτικά σύμβολα θεωρείται αναπόσπαστο μέρος του θεμελιώδους δικαιώματος στη θρησκευτική ελευθερία. Στην ελληνική έννομη τάξη, το εν λόγω δικαίωμα κατοχυρώνεται στο άρθρο 13 Σ.30 Η πρώτη παράγραφος της εν λόγω διάταξης κατοχυρώνει την ελευθερία της θρησκευτικής συνείδησης, η οποία χαρακτηρίζεται ως «απαραβίαστη». Από τις επιμέρους όψεις της θρησκευτικής ελευθερίας, ιδιαίτερη σημασία (και για το θέμα της μαντίλας) έχει η θρησκευτική ισότητα ως απαγόρευση των διακρίσεων λόγω θρησκείας. Η θρησκεία δεν επιτρέπεται να αποτελεί κριτήριο για την αναγνώριση, απόλαυση, στέρηση ή περιορισμό των ατομικών δικαιωμάτων, εκτός εάν οι εξαιρέσεις δικαιολογούνται από το περιεχόμενο του δικαιώματος.31 Οποιαδήποτε άμεση ή έμμεση διάκριση και οποιαδήποτε άμεση ή έμμεση κρατική παρέμβαση προς όφελος ή εις βάρος ορισμένης θρησκείας είναι απαγορευμένη. Θεμελιώνεται, συνεπώς, η συνταγματική απαίτηση για τη "θρησκευτική ουδετερότητα" του Κράτους.32
Από την άλλη, η παρ. 2 του άρθρου 13 Σ κατοχυρώνει την ελευθερία της λατρείας. Ο όρος αυτός έχει παγιωθεί ιστορικά, αλλά ορθότερο είναι να γίνεται λόγος για την ελευθερία άσκησης θρησκευτικών εκδηλώσεων εν γένει, εκ των οποίων σπουδαιότερη είναι η λατρεία. Πράγματι, στο προστατευτικό πεδίο του δικαιώματος δεν εμπίπτει μόνο η λατρεία υπό στενή έννοια, αλλά οποιαδήποτε εκδήλωση, με εξωτερικές ενέργειες ή παραστάσεις, των θρησκευτικών πεποιθήσεων του ατόμου και η άσκηση όλων των θρησκευτικών καθηκόντων που απορρέουν από την ένταξη σε μία λατρευτική κοινότητα.33 Επομένως, η χρήση θρησκευτικών συμβόλων στο δημόσιο χώρο υπάγεται στην δεύτερη παράγραφο του άρθρου 13 Σ.
Ενώ η ελευθερία της θρησκευτικής συνείδησης κατοχυρώνεται ως «απαραβίαστη», η ελευθερία της λατρείας μπορεί να περιοριστεί βάσει της επιφύλαξης της παρ. 2 του άρθρου 13 Σ, κατά την οποία η ελευθερία αυτή βρίσκει τα όριά της στη δημόσια τάξη και τα χρηστά ήθη. Πρέπει, βέβαια, να επισημανθεί ότι η εν λόγω διάκριση μεταξύ εσωτερικής και εξωτερικής όψης της θρησκευτικής ελευθερίας έχει κατακριθεί, επειδή αντανακλά χριστιανικές πεποιθήσεις. Σε άλλες θρησκείες, όπως εν προκειμένω ο Μουσουλμανισμός, η θρησκευτική πίστη ισοδυναμεί με συμβολισμούς (όπως η χρήση μαντίλας).34 Άρα τυχόν περιορισμός του δικαιώματος στη χρήση των συμβόλων αυτών (επιτρεπτός συνταγματικά κατά τα ως άνω) γίνεται αντιληπτός από τους πιστούς ως επέμβαση στην ίδια την ουσία του δικαιώματος στη θρησκευτική πίστη. Παρατηρείται και εδώ, συνεπώς, το παράδοξο να προσπαθούμε να προσαρμόσουμε διαφορετικές φιλοσοφικές κοσμοθεωρίες στη δυτικοευρωπαϊκή έννοια του δικαιώματος.35
Ειδικότερα, όσον αφορά τους Μουσουλμάνους που διαβιούν εντός των ευρωπαϊκών - χριστιανικών κοινωνιών, το δικαίωμα στη χρήση της μαντίλας μπορεί να θεωρηθεί και ως έκφραση του δικαιώματος στη διαφορετικότητα υπό τη θρησκευτική εκδοχή του.36 Περιεχόμενο του εν λόγω δικαιώματος είναι η έκφραση των ατομικών χαρακτηριστικών του προσώπου (όπως η προβολή της θρησκευτικής του πίστης), ενώ παράλληλα εντάσσεται σε κοινωνικές ομάδες που πρεσβεύουν διαφορετικές αξίες ή κοσμοθεωρίες.37 Προάγεται, συνεπώς, μία πλουραλιστική θεώρηση των δικαιωμάτων, αλλά και της κοινωνίας.
Σε ευρωπαϊκό/διεθνές επίπεδο, η θρησκευτική ελευθερία κατοχυρώνεται κατ' αρχήν στο άρθρο 9 ΕΣΔΑ μαζί με την ελευθερία της σκέψης και της συνείδησης.38 Όπως και το άρθρο 13 Σ, το άρθρο 9 ΕΣΔΑ κατοχυρώνει τόσο την εσωτερική (forum internum) όσο και την εξωτερική (forum externum) έκφανση της θρησκευτικής ελευθερίας.39 Το forum externum κατοχυρώνει το δικαίωμα εξωτερίκευσης των πεποιθήσεων υπό την ανωτέρω έννοια μέσω της λατρείας, των ιεροτελεστιών, της διδασκαλίας και της πρακτικής.40 Σε αντιστοιχία με την παρ. 2 του άρθρου 13 Σ, η παρ. 2 του άρθρου 9 ΕΣΔΑ προβλέπει τους επιτρεπτούς περιορισμούς στην εξωτερίκευση της θρησκευτικής ελευθερίας. Ως πρώτη προϋπόθεση για το επιτρεπτό των περιορισμών αυτών η διάταξη αυτή αναφέρει την πρόβλεψη από το νόμο («prescribed by law»). Η πρόβλεψη αυτή έχει την έννοια ότι ο συγκεκριμένος περιορισμός πρέπει να έχει μία νομική βάση στο εθνικό Δίκαιο, να είναι προσβάσιμος στο ενδιαφερόμενο πρόσωπο κατά τρόπο, ώστε αυτό να μπορεί να προβλέψει τις συνέπειες της παραβίασης των σχετικών διατάξεων και, τέλος, να είναι συμβατός με την δικαιοκρατική αρχή.41 Εν συνεχεία, ο υπό κρίση περιορισμός πρέπει να είναι αναγκαίος εντός μίας δημοκρατικής κοινωνίας και να αποβλέπει σε ένα θεμιτό σκοπό. Ειδικότερα, όσον αφορά τα στοιχεία μίας «δημοκρατικής κοινωνίας» υπό την εδώ συζητούμενη έννοια, το ΕΔΔΑ αναφέρεται στην ειρηνική συνύπαρξη διαφορετικών θρησκευτικών κοινοτήτων, στην αυτονομία αυτών, καθώς και στην ουδετερότητα και την μη επέμβαση του Κράτους στα εσωτερικά των κοινοτήτων αυτών.42 Ως θεμιτοί, δε, σκοποί επιβολής ενός περιορισμού απαριθμούνται στην παρ. 2 του άρθρου 9 ΕΣΔΑ η προάσπιση της δημοσίας ασφάλειας, της δημόσιας τάξης, υγείας και ηθικής, καθώς και η προάσπιση των δικαιωμάτων και ελευθεριών των άλλων. Τέλος, το ΕΔΔΑ εξετάζει αν οι εθνικές αρχές τήρησαν μία δίκαιη ισορροπία μεταξύ του περιοριστικού μέτρου και του επιδιωκόμενου σκοπού, ήτοι εάν σεβάστηκαν την αρχή της αναλογικότητας.43
Εντός του ανωτέρω συνταγματικού και υπερνομοθετικού πλαισίου, η χρήση της μαντίλας μπορεί να τεθεί υπό περιορισμό, όταν συγκρούεται με άλλα συνταγματικώς κατοχυρωμένα δικαιώματα ή αρχές. Στην Ελλάδα δεν έχει τεθεί παρόμοιο ζήτημα σε δικαστικό ή νομοθετικό επίπεδο. Εξ άλλου, βάσει των ελληνικών δεδομένων, ενδεχόμενη απαγόρευση της μαντίλας στο δημόσιο χώρο ή στις σχολικές αίθουσες θα προσέκρουε ευθέως στην θεμελιώδη αρχή της ισότητας των θρησκειών και της απαγόρευσης των διακρίσεων, δεδομένου ότι επιτρέπεται σε ιερείς της Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας να διδάσκουν στα δημόσια σχολεία με ράσα.44 Η εμπειρία, όμως, άλλων ευρωπαϊκών Κρατών και η πληθώρα των προσεγγίσεων που έχουν υιοθετηθεί δείχνουν ότι το ζήτημα κάθε άλλο παρά μονοσήμαντο είναι. Πίσω από κάθε νομική προσέγγιση υποκρύπτεται, επίσης, και η αντίστοιχη κοινωνική και πολιτική αντίληψη και εκφράζονται οι τάσεις που είδαμε ανωτέρω.
Η μαντίλα απέναντι στο κοσμικό Κράτος: Ο διάλογος σχετικά με την συμβατότητα της μαντίλας με τις αρχές του λεγόμενου κοσμικού Κράτους και της θρησκευτικής ουδετερότητας διατυπώθηκε με μεγαλύτερη ένταση στη Γαλλία. Στο Κράτος αυτό, όπως σημειώθηκε και ανωτέρω, η «laïcité» ή «κοσμικότητα» (υπό την έννοια της αντίθεσης στον θρησκευτικό χαρακτήρα της κρατικής εξουσίας) θεωρείται θεμελιώδης αρχή συνταγματικού κύρους και χαίρει ευρύτατης εκτίμησης από τον Γαλλικό λαό. Η laïcité χαρακτηρίζεται ως το σύστημα εκείνο εντός του οποίου υφίσταται διαχωρισμός μεταξύ του Κράτους και των θρησκευτικών κοινοτήτων, δηλαδή οι πολιτικές και διοικητικές αρμοδιότητες ασκούνται από κοσμικές – μη θρησκευτικές αρχές.45 Ο ορισμός αυτός είναι πολύ γενικός και δεν συνεπάγεται άμεσα τον εξοβελισμό της θρησκείας από την δημόσια ζωή. Αντιθέτως, η laïcité είναι μία μεταβαλλόμενη έννοια και παίρνει διάφορες μορφές ανάλογα με την εποχή. Ειδικότερα, παρατηρείται αρχικά η εχθρική στάση του Κράτους απέναντι στην Εκκλησία και ο αυστηρός διαχωρισμός μεταξύ ων δύο αυτών θεσμών (laïcité- séparation) ενώ τον 20ο αι. εμφανίζεται ο ουδέτερος χαρακτήρας της laïcité, σύμφωνα με τον οποίο το Κράτος τηρεί ίσες αποστάσεις από όλες τις θρησκείες, εγγυάται την θρησκευτική ελευθερία όλων των πολιτών και εξασφαλίζει την άσκηση αυτής, ακόμα και με θετικά μέτρα, όπως η μισθοδοσία των κληρικών (laïcité-neutralité). Στη σημερινή πολυπολιτισμική κοινωνία εμφανίζεται μία τρίτη μορφή, η «ανοικτή κοσμικότητα» (laïcité ouverte), η οποία αποδέχεται την θρησκευτική ετερότητα και πλουραλισμό και τον αυτοκαθορισμό κάθε προσώπου.46 Είναι φανερό ότι από την μορφή της laïcité που θα επικρατήσει εξαρτάται το εύρος άσκησης της θρησκευτικής ελευθερίας και η δυνατότητα εμφάνισης θρησκευτικών συμβόλων σε δημόσιους χώρους.
Αν και στη Γαλλία φαίνεται ότι επικρατούσε μία μορφή της laïcité φιλική προς την άσκηση της θρησκευτικής ελευθερίας, οι εξελίξεις των τελευταίων δεκαετιών στο θέμα της μαντίλας σηματοδότησαν μία επιστροφή στην «σκληρή» laïcité. Όταν τέθηκε το ερώτημα εάν η χρήση τα μαντίλας από μουσουλμάνες μαθήτριες εντός των δημόσιων σχολείων αντιτίθεται προς τις αρχές του κοσμικού Κράτους, το γαλλικό Συμβούλιο της Επικρατείας έκρινε, με μία Γνωμοδότησή του το 1989,47 ότι η έκφραση των θρησκευτικών πεποιθήσεων των μαθητριών με τη χρήση μαντίλας δεν είναι κατ’ αρχήν ασύμβατη με την αρχή του κοσμικού Κράτους. Η μαντίλα μπορεί να απαγορευτεί κατ’ εξαίρεση σε ορισμένες περιπτώσεις, μόνο όταν η χρήση της πλήττει δικαιώματα των μη μουσουλμάνων μαθητών, επειδή έχει επιδεικτικό χαρακτήρα και γίνεται με διάθεση προσηλυτισμού, ή όταν πλήττει την δημόσια τάξη του σχολείου (όπως για παράδειγμα στο μάθημα της γυμναστικής).48 Το Συμβούλιο της Επικρατείας έλαβε, συνεπώς, θέση υπέρ μίας ανοικτής ερμηνείας της laïcité, προσπαθώντας να εναρμονίσει την θρησκευτική ουδετερότητα του σχολείου με την ελευθερία της θρησκευτικής συνείδησης των μαθητών.49
Ο Γάλλος Νομοθέτης, όμως, ακολούθησε αντίθετη προσέγγιση και με το νόμο της 15ης Μαρτίου 2004 απαγορεύθηκε εντός των δημόσιων σχολείων «η χρήση συμβόλων ή ενδυμασιών με τα οποία οι μαθητές εκδηλώνουν καταφανώς την θρησκευτική τους ιδιότητα». Συνεπώς και σε αντίθεση με το προγενέστερο καθεστώς, πλέον η απαγόρευση είναι ο κανόνας και η ελευθερία η εξαίρεση.50 Η νέα αυτή ρύθμιση επικρίθηκε πολλαπλώς, καθώς αντιμετωπίζει τη μαντίλα μονοσήμαντα, ως σύμβολο θρησκευτικής επίδειξης και προβολής, αγνοώντας τις προθέσεις της εκάστοτε μαθήτριας που την φοράει.51 Επίσης, παρατηρούνται τα προβλήματα που αναφέρθηκαν παραπάνω σχετικά με την κοινωνική απομόνωση, στην οποία θα οδηγηθούν όσες μαθήτριες αναγκαστούν να επιλέξουν μεταξύ μαντίλας και σχολείου.52
Παρ’ όλες τις επισημάνσεις, ο Γάλλος Νομοθέτης προχώρησε παραπέρα και με το Νόμο 2010-1192 απαγόρευσε την κάλυψη του προσώπου στους δημόσιους χώρους. Ο Νόμος αυτός κρίθηκε από το ΕΔΔΑ ως συμβατός με τα άρθρα 8 (προστασία της ιδιωτικότητας) και 9 (προστασία της θρησκευτικής ελευθερίας) της ΕΣΔΑ και ως επιτρεπτός περιορισμός των σχετικών δικαιωμάτων, καθώς αποσκοπεί στην προστασία της αρμονικής κοινωνικής συμβίωσης και της «αδελφοσύνης» (fraternité), που αποτελεί θεμελιώδη αξία της γαλλικής κοινωνίας.53
Οι ανωτέρω νομοθετικές επιλογές εκφράζουν την άποψη που είδαμε ανωτέρω, σύμφωνα με την οποία ο δημόσιος χώρος δεν είναι έκφραση του πλουραλισμού, αλλά όλοι οφείλουν να εισέρχονται σε αυτόν ως πολίτες, παραμερίζοντας κάθε προσωπική ιδιαιτερότητα. Ο κατακερματισμός της κοινωνίας σε επιμέρους κοινότητες (θρησκευτικές ή οτιδήποτε άλλο) θεωρείται κίνδυνος για την εθνική ενότητα και την Δημοκρατία.54 Δημιουργείται, έτσι, μία «φονταμενταλιστική κοσμικότητα»55, που αποκλείει από τον δημόσιο χώρο οτιδήποτε δεν συμβαδίζει με την κρατούσα ιδεολογία. Είναι προφανές ότι η άποψη αυτή περιορίζει σημαντικά τις ατομικές ελευθερίες και εντείνει τον κίνδυνο του κοινωνικού αποκλεισμό και της γκετοποίησης. Βέβαια, η ως άνω θέση αποτελεί γαλλική ιδιαιτερότητα, όπως θα φαίνεται από την αντιμετώπιση του ίδιου ζητήματος στην Γερμανία.
Η μαντίλα απέναντι στα δικαιώματα τρίτων: Σε αντίθεση με τη Γαλλία, η γερμανική έννομη τάξη προτάσσει ως κανόνα την ελευθερία της θρησκευτικής συνείδησης και έκφρασης.56 Η χρήση μαντίλας από τις μαθήτριες θεωρείται δεδομένη, ως έκφραση των θρησκευτικών τους πεποιθήσεων. Το ζήτημα της χρήσης της μαντίλας τέθηκε αποκλειστικά σε σχέση με τις δασκάλες. Συγκεκριμένα, τέθηκε το ερώτημα εάν η χρήση μαντίλας από μια δασκάλα προσκρούει στην θρησκευτική ουδετερότητα του Κράτους, το δικαίωμα των γονέων στην θρησκευτική διαπαιδαγώγηση των παιδιών τους και στο δικαίωμα της αρνητικής θρησκευτικής ελευθερίας των μαθητών, δηλαδή το δικαίωμα να μην δέχονται επιδράσεις από ξένες θρησκείες.57 Το Ομοσπονδιακό Συνταγματικό Δικαστήριο (Bundesverfassungsgericht), αφού έλαβε υπ’ όψιν του τα επιχειρήματα υπέρ και κατά της μαντίλας, έκρινε ότι απαιτείται νομοθετική παρέμβαση προκειμένου να σταθμιστούν τα αντιτιθέμενα δικαιώματα και να τεθεί περιορισμός (καθώς και η ακριβής έκτασή του) στην έκφραση της θρησκευτικής πεποίθησης των δασκάλων.58 Το σημαντικό είναι ότι το Συνταγματικό Δικαστήριο έκρινε την σύγκρουση μεταξύ δικαιωμάτων ιδιωτών (θετική θρησκευτική ελευθερία της δασκάλας και αρνητική θρησκευτική ελευθερία των μαθητών), ενώ δέχθηκε ότι δεν επηρεάζεται η αρχή της θρησκευτικής ουδετερότητας του Κράτους, καθώς η χρήση της μαντίλας από μία μεμονωμένη δασκάλα δεν ισοδυναμεί με εξαναγκασμό των μαθητών να ακολουθήσουν μία συγκεκριμένη θρησκεία.59
Εν συνεχεία, το 2015, το Συνταγματικό Δικαστήριο επέμεινε στην ανωτέρω θέση του, ότι η ελευθερία είναι ο κανόνας και η απαγόρευση η εξαίρεση, και θεώρησε αντισυνταγματικό έναν Νόμο του κρατιδίου της Βόρειας Ρηνανίας – Βεστφαλίας που απαγόρευε την χρήση μαντίλας από εκπαιδευτικούς εντός των σχολείων. Συγκεκριμένα, έκρινε ότι η γενική απαγόρευση προσβάλλει την θρησκευτική ελευθερία ενώ μία απαγόρευση μπορεί να δικαιολογηθεί μόνο εάν προκύπτει συγκεκριμένος κίνδυνος για την σχολική ειρήνη ή την κρατική ουδετερότητα.60
Η απαγόρευση της μαντίλας ως έμμεση διάκριση: Παρατηρείται ότι η απαγόρευση της μαντίλας δημιουργεί δυσμενή διάκριση εις βάρος των Μουσουλμάνων γυναικών. Μία τέτοια διάκριση είναι απαγορευμένη, αφού βασίζεται στο θρήσκευμα. Επίσης, συνιστά και δυσμενή διάκριση λόγω φύλου, αφού πλήττει μόνο τις γυναίκες Μουσουλμάνες και όχι τους άντρες του ιδίου θρησκεύματος, όπως σημείωσε και το Συνταγματικό Δικαστήριο στην ως άνω απόφασή του.61 Το ζήτημα αυτό ανακύπτει με μεγάλη οξύτητα εντός του εργασιακού χώρου, καθώς η απαγόρευση της χρήσης θρησκευτικών συμβόλων μπορεί να οδηγήσει στην μειονεκτική μεταχείριση ορισμένων προσώπων λόγω των θρησκευτικών τους πεποιθήσεων. Αυτό έγινε πλέον και ρητά δεκτό από το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το οποίο, σε δύο πρόσφατες αποφάσεις του, έκρινε συναφώς ότι μία τέτοια απαγόρευση εκ μέρους του εργοδότη μπορεί να εμπεριέχει έμμεση διάκριση, εκτός εάν επιβάλλεται από έναν αντικειμενικό και θεμιτό σκοπό. Ο εργοδότης φέρει το βάρος της απόδειξης σχετικά με την αναγκαιότητα και την αναλογικότητα του επιβαλλόμενου περιορισμού.62
Η μαντίλα ως προσβολή της ανθρώπινης αξιοπρέπειας: Ως τελευταίο καταφύγιο όσων επιθυμούν την απαγόρευση της ισλαμικής μαντίλας, προβάλλεται το επιχείρημα ότι αυτή προσβάλλει την θεμελιώδη αρχή της ανθρώπινη αξιοπρέπειας (ά. 2 παρ. 1 Σ).63 Στη θέση αυτή, όμως, προβάλλεται ως αντίλογος ότι το ίδιο το υποκείμενο πρέπει να ορίζει τι θεωρεί ως προσβολή της αξιοπρέπειάς του. Η επιβολή μίας αντικειμενικής έννοιας της ανθρώπινης αξιοπρέπειας από την κρατική εξουσία επιτρέπει υπέρμετρες επεμβάσεις στον ιδιωτικό αλλά και τον δημόσιο βίο των πολιτών, που δεν συνάδουν με την αρχές του Κράτους Δικαίου και της ιδιωτικής αυτονομίας.64 Εφ’ όσον η χρήση της μαντίλας δεν εκλαμβάνεται από τις άμεσα ενδιαφερόμενες ως προβολή της αξιοπρέπειάς τους, δεν επιτρέπεται να ορίσει η κρατική εξουσία ότι κάτι τέτοιο συμβαίνει.
4. ΕΠΙΛΟΓΟΣ:
Το ζήτημα της ισλαμικής μαντίλας έχει πολλές παραμέτρους και η αντιμετώπισή του εξαρτάται, όπως φάνηκε ανωτέρω, από τις συνταγματικές και πολιτικές παραδόσεις κάθε Κράτους. Σε κάθε περίπτωση, δεν πρόκειται για ένα απλό νομικό ζήτημα, αλλά η ορθή επίλυσή του απαιτεί την συνεκτίμηση πολλών κοινωνικών παραγόντων. Εξ άλλου από την στάση που λαμβάνει κάθε κοινωνία ως προς το ζήτημα αυτό φαίνεται ο βαθμός της ανοχής της απέναντι στην διαφορετικότητα. Πάντως, όπως έδειξε η εμπειρία των τελευταίων ετών, η σύλληψη του πολίτη και του δημόσιου χώρου ως καθαρά κοσμικών εννοιών, απαλλαγμένων από κάθε θρησκευτική ή άλλη ιδιαιτερότητα, δεν μπορεί να επικρατήσει στις σημερινές πολυπολιτισμικές κοινωνίες. Επιβάλλεται η αναγνώριση της ετερότητας και της προσωπικής και θρησκευτικής ταυτότητας κάθε πολίτη, ώστε να επιτευχθεί η ομαλή και ειρηνική ενσωμάτωση όλων τω επιμέρους ομάδων στην σύγχρονη ευρωπαϊκή κοινωνία. Παράλληλα, όμως, απαιτείται από όλους ένα minimum αποδοχής των θεμελιωδών αξιών της Δημοκρατίας και της Ελευθερίας, την οποία δικαιούται να απαιτήσει μία κοινωνία που σέβεται την διαφορετικότητα όλων των μελών της.
---------------------------------------------------------
30.Ά. 13 Σ: «1. Η ελευθερία της θρησκευτικής συνείδησης είναι απαραβίαστη. Η απόλαυση των ατομικών και πολιτικών δικαιωμάτων δεν εξαρτάται από τις θρησκευτικές πεποιθήσεις καθενός. 2. Kάθε γνωστή θρησκεία είναι ελεύθερη και τα σχετικά με τη λατρεία της τελούνται ανεμπόδιστα υπό την προστασία των νόμων. H άσκηση της λατρείας δεν επιτρέπεται να προσβάλλει τη δημόσια τάξη ή τα χρηστά ήθη. O προσηλυτισμός απαγορεύεται. 3. Oι λειτουργοί όλων των γνωστών θρησκειών υπόκεινται στην ίδια εποπτεία της Πολιτείας και στις ίδιες υποχρεώσεις απέναντί της, όπως και οι λειτουργοί της επικρατούσας θρησκείας. 4. Kανένας δεν μπορεί, εξαιτίας των θρησκευτικών του πεποιθήσεων, να απαλλαγεί από την εκπλήρωση των υποχρεώσεων προς το Kράτος ή να αρνηθεί να συμμορφωθεί προς τους νόμους. 5. Kανένας όρκος δεν επιβάλλεται χωρίς νόμο, που ορίζει και τον τύπο του».
31.Δαγτόγλου, Συνταγματικό Δίκαιο Ατομικά Δικαιώματα, τ. Α΄, αρ. περ. 565.
32.Χρυσόγονος, Ατομικά και Κοινωνικά Δικαιώματα, σελ. 250.
33.Ανδρουτσόπουλος, Η Θρησκευτική Ελευθερία κατά τη Νομολογία του Αρείου Πάγου, σελ. 195.
34.Κτιστάκης, Θρησκευτική Ελευθερία και Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, σελ. 286 επ.
35.Παπαδοπούλου, Μπούρκα στα δικαιώματα, διαθέσιμο στην ηλεκτρονική διεύθυνση https://www.constitutionalism.gr/1750-mpoyrka-sta-dikaiwmata/.
36.Για το δικαίωμα αυτό, βλ. Τσιλιώτης, Το θεμελιώδες δικαίωμα στην διαφορετικότητα με έμφαση στην θρησκευτική ετερότητα, ΔτΑ 209, σελ. 333 επ.
37.Ibid, σελ. 335 επ.
38.Ά. 9 ΕΣΔΑ: «1. Παν πρόσωπον δικαιούται εις την ελευθερίαν σκέψεως, συνειδήσεως και θρησκείας, το δικαίωμα τούτο επάγεται την ελευθερία αλλαγής θρησκείας ή πεποιθήσεως, ως και την ελευθερίαν εκδηλώσεως της θρησκείας ή των πεποιθήσεων μεμονωμένως, ή συλλογικώς δημοσία ή κατ' ιδίαν, δια της λατρείας, της παιδείας, και της ασκήσεως των θρησκευτικών καθηκόντων και τελετουργιών. 2. Η ελευθερία εκδηλώσεως της θρησκείας ή των πεποιθήσεων δεν επιτρέπεται να αποτελέση αντικείμενον ετέρων περιορισμών πέραν των προβλεπομένων υπό του νόμου και αποτελούντων αναγκαία μέτρα, εν δημοκρατική κοινωνία δια την δημοσίαν ασφάλειαν, την προάσπισιν της δημοσίας τάξεως, υγείας και ηθικής, ή την προάσπισιν των δικαιωμάτων και ελευθεριών των άλλων».
39.Τσακυράκης, Άρθρο 9, σε: Κοτσαλής (επιμ), Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και Ποινικό Δίκαιο, σελ. 812.
40.Κτιστάκης, Θρησκευτική Ελευθερία και Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, σελ. 92 επ.
41.Ibid, σελ. 115.
42.Ibid, σελ. 160.
43.Ibid, σελ. 161.
44.Τσιλιώτης, Το θεμελιώδες δικαίωμα στην διαφορετικότητα με έμφαση στην θρησκευτική ετερότητα, ΔτΑ 209, υποσ. 61.
45.Καλογήρου, Η χρήση θρησκευτικών συμβόλων στα γαλλικά σχολεία. Η υπόθεση της «ισλαμικής μαντίλας» στη Γαλλία, ΔτΑ 2006, σελ. 81.
46.Για τα τρία ιστορικά είδη της laïcité, βλ. Καραβοκύρης, Η laïcité σε κρίση. Υπόθεση “Foullard islamique” (1989-2004), ΔτΑ 2006, σελ. 163 επ.
47.CE Avis 27 novembre 1989.
48.Για τη ιστορία της σχετικής προβληματικής, βλ. Καλογήρου, Η χρήση θρησκευτικών συμβόλων στα γαλλικά σχολεία. Η υπόθεση της «ισλαμικής μαντίλας» στη Γαλλία, ΔτΑ 2006, σελ. 105 επ.
49.Καραβοκύρης, Η laïcité σε κρίση. Υπόθεση “Foullard islamique” (1989-2004), ΔτΑ 2006, σελ. 176.
50.Καλογήρου, Η χρήση θρησκευτικών συμβόλων στα γαλλικά σχολεία. Η υπόθεση της «ισλαμικής μαντίλας» στη Γαλλία, ΔτΑ 2006, σελ. 132.
51.Καραβοκύρης, Η laïcité σε κρίση. Υπόθεση “Foullard islamique” (1989-2004), ΔτΑ 2006, σελ. 180.
52.Καλογήρου, Η χρήση θρησκευτικών συμβόλων στα γαλλικά σχολεία. Η υπόθεση της «ισλαμικής μαντίλας» στη Γαλλία, ΔτΑ 2006, σελ. 135.
53.Παρουσίαση της σχετικής απόφασης του ΕΔΔΑ βλ. σε Ακριβοπούλου, Η έννοια του ‘διαβιούμε μαζί’ (vivre ensemble) ως όριο της θρησκευτικής ελευθερίας, ΔτΑ 2017, σελ. 651 επ.
54.Καλογήρου, Η χρήση θρησκευτικών συμβόλων στα γαλλικά σχολεία. Η υπόθεση της «ισλαμικής μαντίλας» στη Γαλλία, ΔτΑ 2006, σελ. 125.
55.Καραβοκύρης, Η laïcité σε κρίση. Υπόθεση “Foullard islamique” (1989-2004), ΔτΑ 2006, σελ. 181.
56.Καλογήρου, Η χρήση θρησκευτικών συμβόλων στα γαλλικά σχολεία. Η υπόθεση της «ισλαμικής μαντίλας» στη Γαλλία, ΔτΑ 2006, σελ. 144 επ.
57.Τσιλιώτης, Το θεμελιώδες δικαίωμα στην διαφορετικότητα με έμφαση στην θρησκευτική ετερότητα, ΔτΑ 209, σελ. 361.
58.Παρουσίαση της απόφασης αυτής βλ. σε Τσεβρένης, Προσβολή δικαιώματος θρησκευτικής ελευθερίας. Οι έμμεσες (συγκεκαλυμμένες) διακρίσεις υπό το φως της υπόθεσης Fereshta Ludin, ΔτΑ 2006, σελ. 581 επ., Τράντα, Η ισλαμική μαντίλα, ΔτΑ 2006, σελ. 563 επ., Τσιλιώτης, Το θεμελιώδες δικαίωμα στην διαφορετικότητα με έμφαση στην θρησκευτική ετερότητα, ΔτΑ 209, σελ. 358 επ.
59.Τσεβρένης, Προσβολή δικαιώματος θρησκευτικής ελευθερίας. Οι έμμεσες (συγκεκαλυμμένες) διακρίσεις υπό το φως της υπόθεσης Fereshta Ludin, ΔτΑ 2006, σελ. 591.
60.Ανδρουτσόπουλος, Τα θρησκευτικά εμβλήματα ως σημείο αντιλεγόμενο, ΤοΣ 2017, σελ. 565 επ.
61.Τσεβρένης, Προσβολή δικαιώματος θρησκευτικής ελευθερίας. Οι έμμεσες (συγκεκαλυμμένες) διακρίσεις υπό το φως της υπόθεσης Fereshta Ludin, ΔτΑ 2006, σελ. 584.
62.Παρουσίαση των σχετικών αποφάσεων βλ. σε Ανδρουτσόπουλος, Τα θρησκευτικά εμβλήματα ως σημείο αντιλεγόμενο, ΤοΣ 2017, σελ. 563 επ.
63.Παπαδοπούλου, Μπούρκα στα δικαιώματα, διαθέσιμο στην ηλεκτρονική διεύθυνση https://www.constitutionalism.gr/1750-mpoyrka-sta-dikaiwmata/.
64.Καραβοκύρης, Η laïcité σε κρίση. Υπόθεση “Foullard islamique” (1989-2004), ΔτΑ 2006, σελ. 182 επ.