Interdisciplinary Journal of Ecclesiastical Law


Προβληματισμοί σχετικά με το νόμο 1811/1988 για τη μοναστηριακή περιουσία (Μέρος Β΄)

2016-01-09 10:53

Σε προηγούμενη ανάπτυξή μας αναφερθήκαμε σε ζητήματα που άπτονται της σύμβασης που κυρώθηκε με το νόμο 1811 και ιδίως σε ζητήματα περιεχομένου, εξωτερικών στοιχείων και τρόπου κύρωσης. Με την παρούσα θα αποτυπώσουμε ορισμένους ακόμα προβληματισμούς, που αναφέρονται στην άμεση σύγκρουση που παρατηρείται ανάμεσα στους νόμους 1700/1987 και 1811/1988.

Πρώτα πρώτα πρέπει να αναφερθούμε στην κατάργηση του άρθρου 8 του νόμου 1700, που προέβλεπε τη συγκρότηση του Ο.Δ.Ε.Π. Η σύμβαση μεταξύ Εκκλησίας και Πολιτείας προέβλεπε ότι κατά την κύρωσή της θα καταργούνταν ο Ο.Δ.Ε.Π. Ρητή όμως διάταξη στο νόμο 1811 δεν υφίσταται και επομένως μόνο ερμηνευτικά θα μπορούσε κάποιος να συναγάγει την κατάργησή του. Ο καθηγητής Κονιδάρης μάλιστα, αντλεί επιχείρημα υπέρ της κατάργησης του άρθρου 8 από τη διατύπωση του άρθρου τρίτου του νόμου 1811 που δίνει στον αναγνώστη την εντύπωση ότι εξυπακούεται ότι έχει καταργηθεί ο Ο.Δ.Ε.Π. Χαρακτηριστικά στο νόμο αναφέρεται: ‘’Από την κατάργηση του Οργανισμού Διοίκησης Εκκλησιαστικής Περιουσίας…’’.1

Ακολούθως, πρέπει να μιλήσουμε για ένα ζήτημα που αφορά την Εκκλησία της Κρήτης. Δεδομένου ότι ο νόμος 1811 δεν κάνει καμία αναφορά στην ως άνω ημιαυτόνομη Εκκλησία και δεδομένου ότι η Ιερά Επαρχιακή Σύνοδος αυτής κατά τη συζήτηση στο κοινοβούλιο του νόμου 1811 όχι μόνο δε συμφώνησε να συμβληθεί, αλλά αρνήθηκε και κάθε περαιτέρω συζήτηση2,πρέπει να γίνει δεκτό ότι εξακολουθεί να εφαρμόζεται ο προγενέστερος νόμος 1700/1987. Καίριο είναι εδώ να διακρίνουμε με βάση και όσα αναφέρθηκαν παραπάνω,αν ο νόμος 1700 ισχύει με ή χωρίς το άρθρο 8. Αν δεχθούμε το πρώτο σενάριο, στην Εκκλησία της Κρήτης επιβάλλεται ένα εξολοκλήρου διαφορετικό σύστημα διοίκησης ενοριών, μητροπόλεων και Ο.Δ.Μ.Π που δεν καταργούνται. Αν αντίθετα δεχθούμε το δεύτερο σενάριο, θα διερωτούνταν κανείς για ποιο λόγο οι μονές της Εκκλησίας της Ελλάδος να δώσουν την περιουσία τους με αντάλλαγμα τη κατάργηση του άρθρου 8. Όποια βέβαια από τις παραπάνω απόψεις και αν ασπαστούμε, δημιουργείται ζήτημα άνισης μεταχείρισης των δύο ορθόδοξων Εκκλησιών3,4.

Μία τρίτη προβληματική αναφέρεται στην προσχώρηση των μονών στη σύμβαση παραχώρησης. Τα συμβαλλόμενα μέρη συμφώνησαν η προθεσμία για προσχώρηση να είναι ένα έτος με δυνατότητα παράτασης ύστερα από απόφαση του υπουργού οικονομικών. Ο νόμος 1811 εντούτοις, επιχειρώντας μονομερή αυθεντική ερμηνεία της βούλησης των συμβαλλομένων, ορίζει ότι η αληθινή έννοια της σύμβασης είναι ότι η ενιαύσια προθεσμία δεν αναστέλλει την εφαρμογή των ρυθμίσεων του νόμου 1700. Πώς, λοιπόν, οι μονές θα έχουν περιουσία να παραχωρήσουν με την προσχώρησή τους στη σύμβαση μετά το τέλος της ετήσιας προθεσμίας, αφού εφαρμογή του νόμου 1700 σημαίνει αυτοδίκαιη περιέλευση της μοναστηριακής περιουσίας στο ελληνικό Δημόσιο; (άρθρο 3 παρ.1 περίπτωση Α ν.1700/1987 – τεκμήριο κυριότητας υπέρ του ελληνικού δημοσίου από τις 06/09/1987)5.

Μία τελευταία νομική στρέβλωση, θα έλεγε κανείς, προκαλεί η διάταξη της παραγράφου 3 του δεύτερου άρθρου του νόμου 1811, κατά την οποία η διοίκηση και η διαχείριση της αστικής γενικά περιουσίας των μονών που δεν εξουσιοδότησαν τη Διαρκή Ιερά Σύνοδο και δε συμβάλλονται στη σύμβαση παραχώρησης περιέρχεται στη Δ.Ι.Σ., ενώ η υπόλοιπη περιουσία τους διέπεται από τα προβλεπόμενα στο νόμο 1700. Με την παραπάνω ρύθμιση φαίνεται να δημιουργείται ένα ιδιαίτερο καθεστώς για τις μονές που δεν προσχωρούν στη σύμβαση παραχώρησης. Από τη μία πλευρά, το πλέον προσοδοφόρο και επικερδές τμήμα της περιουσίας θα διοικείται από τη Δ.Ι.Σ. ενώ από την άλλη πλευρά, ό,τι υπολείπεται θα υπάγεται στο νόμο 1700. Η πρόβλεψη αυτή είναι μάλλον προβληματική, γιατί φαίνεται ο νομοθέτης να επεμβαίνει στα interna corporis της Εκκλησίας με το να αναθέτει τη διοίκηση της περιουσίας ενός εκκλησιαστικού νομικού προσώπου σε όργανο διοίκησης άλλου εκκλησιαστικού νομικού προσώπου, κατά τρόπο που κάποιος θα μπορούσε να διακρίνει μια μορφή έμμεσης πίεσης στις μονές που δεν προσχώρησαν, ώστε να προσχωρήσουν6. Μόνο με την προσχώρησή τους οι μονές θα μπορούσαν να διοικούν την εναπομείνασά τους περιουσία, ενώ αλλιώς το πιο σημαντικό κομμάτι θα διοικούνταν χωρίς αυτές αποκλειστικά από τη Δ.Ι.Σ7.

Αν επιχειρούσε κανείς να διαμορφώσει μια ολοκληρωμένη εικόνα σχετικά με το καθεστώς που επικρατεί σήμερα όσον αφορά τη μοναστηριακή περιουσία, θα βρισκόταν αντιμέτωπος στο εγχείρημα του αυτό με πληθώρα δυσκολιών. Πράγματι, όπως αποπειραθήκαμε να παρουσιάσουμε και στην προηγούμενη αλλά και σε αυτή την ανάπτυξή μας, βλέπουμε ότι υπάρχουν πολλές ασάφειες, πολλές αντιφατικότητες και πολλές αμφισβητήσεις. Πριν κάποιος θελήσει να συναλλαχθεί με μονές για την ακίνητη τους περιουσία, θα πρέπει να είναι πολύ καλά προετοιμασμένος για τις δυσκολίες που θα αντιμετωπίσει8. Είναι αλήθεια ότι μέχρι σήμερα δεν έχει βρεθεί μια αρμόζουσα λύση στο πρόβλημα αυτό. Ίσως μια νομοθετική παρέμβαση στην κατεύθυνση διαχωρισμού Εκκλησίας και Κράτους θα επέλυε το πολύπτυχο αυτό πρόβλημα κατά τρόπο ικανοποιητικό (αυτή η άποψη έχει υποστηριχθεί ουκ ολίγες φορές στη θεωρία). Βέβαια, το θέμα αυτό ξεπερνά το παρόν άρθρο και δε θα εξεταστεί εδώ.

 

1 Βλ. Κονιδάρη, <<Ο νόμος 1700/1987 και η πρόσφατη κρίση στις σχέσεις Εκκλησίας-Πολιτείας>>, σελ:199 κ.επ.

2 Βλ. Πρακτικά Βουλής, Τμήμα Διακοπών έτους 1988, σελ:1208 κ.επ.

3 Βλ. Κονιδάρη ως άνω σελ:199 κ.επ.

4 Βλ. για ζητήματα σχετικά με την αρχή της ισότητας, Δαγτόγλου, Ατομικά Δικαιώματα, σελ: 811 κ.επ.

5 Βλ. Κονιδάρη ως άνω σελ:199 κ.επ.

6 Βλ. ΣτΕ 5057/1987 για το επιτρεπτό της παρέμβασης του νομοθέτη στα εσωτερικά ζητήματα της Εκκλησίας.

7 Βλ. Κονιδάρη ως άνω σελ:199 κ.επ.

8 Βλ. Τρωιάνου Σπ.-Πουλή Γεώργ. Εκκλησιαστικό Δίκαιο, σελ:499 κ.επ. για την ισχύουσα τριμερή διάκριση στο σύστημα διοίκησης της εκκλησιαστικής περιουσίας.

 

Βιβλιογραφία:

  1. Κονιδάρη Ιωάννη , Εγχειρίδιο Εκκλησιαστικού Δικαίου, Εκδόσεις Σάκκουλα Αθήνα - Θεσσαλονίκη , 2011

  2. Κονιδάρη Ιωάννη , Ο νόμος 1700/1987 και η πρόσφατη κρίση στις σχέσεις Εκκλησίας και Πολιτείας , Εκδόσεις Α.Ν.Σάκκουλα ,1988

  3. Τρωιάννου Σ.-Πουλή Γ. , Εκκλησιαστικό Δίκαιο, Εκδόσεις Αντ. Ν. Σάκκουλα , 2002

  4. Δαγτόγλου Πρόδρομου , Συνταγματικά Δικαιώματα, Εκδόσεις Σάκκουλα Αθήνα - Θεσσαλονίκη, 2012

 
Παπασυκιώτης Ραφαήλ
 
 
 

—————

Πίσω