2019-01-13 18:15
Αριθμός 1045/2018
ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ
ΤΜΗΜΑ Στ΄
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 15 Ιανουαρίου 2018, με την εξής σύνθεση: Μ. Καραμανώφ, Αντιπρόεδρος, Πρόεδρος του
Στ΄ Τμήματος, Β. Αραβαντινός, Ιω. Σπερελάκης, Σύμβουλοι, Φρ. Γιαννακού, Τρ. Βαρουφάκη, Πάρεδροι. Γραμματέας η Αγγ. Χριστοδούλου.
Για να δικάσει την από 10 Νοεμβρίου 2017 αίτηση:
του ..............................., ο οποίος παρέστη με τον δικηγόρο Σάββα Ενωτιάδη (Α.Μ. 14877), που τον διόρισε με πληρεξούσιο,
κατά του Υπουργού Εθνικής Άμυνας, ο οποίος παρέστη με τη Γεωργία Καπόρη, Πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους.
Με την αίτηση αυτή ο αιτών επιδιώκει να ακυρωθεί η υπ’ αριθ. Φ.429.39/103/506187/Σ.4841/8.9.2017 απόφαση του Αναπληρωτή Υπουργού Εθνικής Άμυνας και κάθε άλλη σχετική πράξη ή παράλειψη της Διοικήσεως.
Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως της εισηγήτριας, Παρέδρου Τρ. Βαρουφάκη.
Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε τον πληρεξούσιο του αιτούντος, ο οποίος ανέπτυξε και προφορικά τους προβαλλόμενους λόγους ακυρώσεως και ζήτησε να γίνει δεκτή η αίτηση και την αντιπρόσωπο του Υπουργού, η οποία ζήτησε την απόρριψή της.
Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου κ α ι
Α φ ο ύ μ ε λ έ τ η σ ε τ α σ χ ε τ ι κ ά έ γ γ ρ α φ α
Σ κ έ φ θ η κ ε κ α τ ά τ ο ν Ν ό μ ο
1. Επειδή, με την κρινόμενη αίτηση, για την άσκηση της οποίας έχει καταβληθεί το νόμιμο παράβολο (υπ’ αριθμ. 174089143958 0112 0040/13.11.2017 αριθμός ηλεκτρονικού παραβόλου), ζητείται η ακύρωση της Φ.429.39/103/506187/Σ.4841/8.9.2017 απόφασης του Αναπληρωτή Υπουργού Εθνικής Άμυνας, με την οποία απερρίφθη αίτημα του αιτούντος περί υπαγωγής του στο καθεστώς των αντιρρησιών συνείδησης.
2. Επειδή, στα άρθρα 59 και επόμενα του ν. 3421/2005 (Α΄ 302) ρυθμίζονται τα της εναλλακτικής υπηρεσίας των αντιρρησιών συνείδησης. Ειδικότερα, κατ’ άρθρο 59 αυτού, όπως το άρθρο αυτό έχει τροποποιηθεί με το άρθρο 78 του ν. 3883/2010 (Α΄ 167): «1. Όσοι για λόγους συνείδησης αρνούνται να εκπληρώσουν τις στρατιωτικές τους υποχρεώσεις, επικαλούμενοι τις θρησκευτικές ή ιδεολογικές τους πεποιθήσεις, μπορεί να αναγνωρίζονται ως αντιρρησίες συνείδησης, σύμφωνα με τις διατάξεις των επόμενων άρθρων. 2. Οι λόγοι συνείδησης που αναφέρονται στην προηγούμενη παράγραφο πρέπει να απορρέουν από μία γενική αντίληψη για τη ζωή, βασισμένη σε συνειδητές θρησκευτικές, φιλοσοφικές ή ηθικές πεποιθήσεις, που εφαρμόζονται από το άτομο απαράβατα και εκδηλώνονται με τήρηση ανάλογης συμπεριφοράς. 3. Δεν χαρακτηρίζονται ως αντιρρησίες συνείδησης και δεν υπάγονται στις σχετικές διατάξεις: α. Όσοι έχουν υπηρετήσει ενόπλως για οσοδήποτε χρονικό διάστημα στις ελληνικές ή ξένες Ένοπλες Δυνάμεις ή στα Σώματα Ασφαλείας, μετά τον ενστερνισμό των πεποιθήσεων που τους εμποδίζουν στην εκπλήρωση ένοπλης στρατιωτικής υποχρέωσης για λόγους συνείδησης. β. … 4. Οι αντιρρησίες συνείδησης καλούνται να προσφέρουν εναλλακτική υπηρεσία, σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου αυτού». Εξάλλου, κατ’ άρθρο 62 του ιδίου νόμου, όπως το άρθρο αυτό έχει τροποποιηθεί με το άρθρο 78 του ν. 3883/2010: «1. Η υπαγωγή των αντιρρησιών συνείδησης στις διατάξεις του νόμου αυτού και η διάθεσή τους στους φορείς του δημόσιου τομέα για εναλλακτική υπηρεσία γίνεται με απόφαση του Υπουργού Εθνικής Άμυνας, ύστερα από γνωμοδότηση ειδικής επιτροπής, που εξετάζει τη συνδρομή των προϋποθέσεων αναγνώρισης των ενδιαφερομένων ως αντιρρησιών συνείδησης είτε μέσα από τα δικαιολογητικά που υποβάλλουν είτε και αυτοπροσώπως, εφόσον αυτό απαιτείται…». Περαιτέρω, κατ’ άρθρο 63 παρ. 1 του ίδιου ως άνω
ν. 3421/2005: «Με απόφαση του Υπουργού Εθνικής Άμυνας, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, καθορίζονται τα δικαιολογητικά και οι προθεσμίες κατάθεσής τους, ο χρόνος σύγκλησης και ο τρόπος λειτουργίας της ειδικής επιτροπής, η διαδικασία υπαγωγής, κατάταξης, τοποθέτησης και μετάθεσης, ο τρόπος στρατολογικής παρακολούθησης, καθώς και κάθε λεπτομέρεια, αναγκαία για την εφαρμογή των σχετικών με τους αντιρρησίες συνείδησης διατάξεων του νόμου αυτού». Τέλος, στο άρθρο 1 της -εκδοθείσας κατ’ εξουσιοδότηση του άρθρου 63 του ως άνω νόμου 3421/2005- Φ.420/79/81978/Σ.300/ 21.12.2005 απόφασης του Υπουργού Εθνικής Άμυνας «Εναλλακτική υπηρεσία των αντιρρησιών συνείδησης» (Β΄ 1854) (όπως ο τίτλος της απόφασης αυτής αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1 παρ. 1 της Φ.429.1/1/280116/11.1.2011 απόφασης του Υπουργού Εθνικής Άμυνας, Β΄ 111) ορίζεται ότι: “Για την εξέταση των αιτημάτων αναγνώρισής τους ως αντιρρησιών συνείδησης, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του ν. 3421/2005 (ΦΕΚ Α΄ 302), οι ενδιαφερόμενοι καταθέτουν στο αρμόδιο Στρατολογικό Γραφείο τα εξής δικαιολογητικά: α. Αίτηση, στην οποία αναφέρουν τα πλήρη ληξιαρχικά του στοιχεία... β. Υπεύθυνη δήλωση του ν. 1599/1986, στην οποία δηλώνουν τους λόγους που επικαλούνται για να αναγνωρισθούν ως αντιρρησίες συνείδησης, ότι δεν έχουν υπηρετήσει στα Σώματα Ασφαλείας ή στις Ελληνικές ή ξένες ένοπλες δυνάμεις... Η δήλωση αυτή μπορεί να συνοδεύεται από οποιαδήποτε άλλα έγγραφα στοιχεία, τα οποία είτε ενισχύουν, είτε διευκρινίζουν τους ισχυρισμούς του ενδιαφερομένου...”.
3. Επειδή, από τις ανωτέρω διατάξεις συνάγεται ότι, για να αναγνωρισθεί ο στρατεύσιμος ως αντιρρησίας συνείδησης, πρέπει, είτε να ασπάζεται τεκμηριωμένα γνωστό ιδεολογικό ή θρησκευτικό δόγμα, που είναι αντίθετο στην ένοπλη εκπλήρωση στρατιωτικής υποχρέωσης, είτε να αποδείξει, με συγκεκριμένα στοιχεία, την ειλικρίνεια και τη σοβαρότητα των λόγων συνείδησής του, εκθέτοντας πειστικά και αιτιολογημένα τη γενική αντίληψη περί ζωής (όπως για παράδειγμα ότι κατά το παρελθόν είχε αναπτύξει σχετική με τη μη χρήση βίας και όπλων κοινωνική ή άλλης μορφής δραστηριότητα), η οποία του απαγορεύει την ανάληψη ένοπλης στρατιωτικής υπηρεσίας (πρβλ. ΣτΕ 4130/2015, 934/2013, 1569/2012). Εξάλλου, στην περίπτωση κατά την οποία η απαλλαγή από τη στράτευση ζητείται για θρησκευτικούς λόγους, πρέπει ο ενδιαφερόμενος να αποδείξει ότι έχει πλήρως ενστερνισθεί τα δόγματα της οικείας θρησκευτικής κοινότητας, μεταξύ των οποίων και η μη στράτευση (ΣτΕ 4130/2015).
4. Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου, ο αιτών, με την από 13.1.2017 αίτησή του, ζήτησε την υπαγωγή του στο καθεστώς των αντιρρησιών συνείδησης, συνοδευόμενη, μεταξύ άλλων, α) από την από 11.1.2017 βεβαίωση της Εκκλησίας των Χριστιανών Μαρτύρων του Ιεχωβά, σύμφωνα με την οποία ο αιτών “ανήκει στο δόγμα των Χριστιανών Μαρτύρων του Ιεχωβά και συμμετέχει στις λατρευτικές δραστηριότητες της Εκκλησίας από 10.8.2014, χωρίς να είναι ακόμη βαπτισμένος”, αναφέρεται δε, περαιτέρω, στην ίδια ως άνω βεβαίωση ότι η μητέρα του είναι βαφτισμένη Μάρτυρας του Ιεχωβά, β) από το απολυτήριο του Γυμνασίου Νέας Καλλικράτειας, όπου ο αιτών αναφέρεται ως μάρτυρας του Ιεχωβά, και γ) από τον έλεγχο επίδοσης της Γ΄ Τάξης του Γενικού Λυκείου Νέας Καλλικράτειας, από όπου προκύπτει ότι ο αιτών δεν παρακολούθησε το μάθημα των θρησκευτικών. Προς τούτο, η αρμόδια επιτροπή του άρθρου 62 παρ. 1 του ν. 3421/2005 συνεδρίασε και γνωμοδότησε ομοφώνως υπέρ της απόρριψης του αιτήματός του, με το 15/4.4.2017 πρακτικό της. Ειδικότερα, η ως άνω επιτροπή έκρινε, μεταξύ άλλων, ότι “δεν προέκυψε ότι ο αιτών (ο οποίος δεν είναι βαπτισμένο μέλος της θρησκευτικής κοινότητας των Χριστιανών Μαρτύρων του Ιεχωβά) έχει ενστερνιστεί, ζει και ενεργεί σύμφωνα με τις θρησκευτικές πεποιθήσεις του δόγματος των Μαρτύρων του Ιεχωβά επί ικανό χρονικό διάστημα”. Σύμφωνα δε με την ίδια ως άνω γνωμοδότηση, νόμιμη προϋπόθεση για την αναγνώριση της δυνατότητας υπαγωγής στον θεσμό των αντιρρησιών συνείδησης “είναι η τεκμηρίωση των σταθερών και πειστικών λόγων που δικαιολογούν την εξαίρεση από τη στρατιωτική υπηρεσία. Η τεκμηρίωση όμως αυτή, δεν μπορεί, από τη φύση της, να συνίσταται σε απλή δήλωση, αλλά απαιτείται, θεμιτώς, από το νόμο, η απόδειξη ενεργητικής τηρήσεως ορισμένης συμπεριφοράς, επί ικανό χρονικό διάστημα. Τέτοια προϋπόθεση δεν συντρέχει εν προκειμένω, καθόσον ο αιτών μελετάει μεν την Αγία Γραφή με τους Μάρτυρες του Ιεχωβά και παρακολουθεί τις συναθροίσεις τους, προσκομίζοντας βεβαίωση από την Εκκλησία των Χριστιανών Μαρτύρων του Ιεχωβά που αναφέρει ότι ανήκει και συμμετέχει στις λατρευτικές δραστηριότητες της Εκκλησίας από 10.8.2014, πλην δεν έχει βαπτισθεί. Προκύπτει δηλαδή ότι ακόμη δεν είναι έτοιμος να ενστερνισθεί πλήρως τις διδασκαλίες των Μαρτύρων του Ιεχωβά και ούτε η συγκεκριμένη εκκλησία τον έχει αποδεχθεί και, συνεπώς, δεν δύναται να επικαλείται επιλεκτικώς στοιχεία των δογμάτων αυτής... Επισημαίνεται ότι μόνο από το βάπτισμα και μετά μπορεί ορθά να αποκαλείται ο ευαγγελιζόμενος Μάρτυρας του Ιεχωβά (Ησαΐας 43:10-13), δεδομένου ότι το βάπτισμα προϋποθέτει ενεργό συμμετοχή του ευαγγελιζόμενου στις συναθροίσεις σε συγκεκριμένους χώρους (Αίθουσες Βασιλείας), καθώς και σε λοιπές δραστηριότητες, υπό την επίβλεψη του πρεσβυτέρου, ο οποίος είναι και ο αρμόδιος να κρίνει αν ο υποψήφιος είναι “έτοιμος” για το βάπτισμα, που αποτελεί τη σημαντικότερη στιγμή της ζωής ενός Μάρτυρα και απόδειξη αποδοχής, κατ’ ελεύθερη επιλογή, όλων των αρχών της συγκεκριμένης θρησκείας και αφιέρωσης του ευαγγελιζομένου στη διακονία του Ιεχωβά”. Ο Αναπληρωτής Υπουργός Εθνικής Άμυνας, υιοθετώντας την ως άνω γνωμοδότηση, απέρριψε με την προσβαλλόμενη απόφασή του (υπ’ αρ. Φ.429.39/103/506187/Σ.4841/8.9.2017) το αίτημα του αιτούντος, με την αιτιολογία ότι “δεν προέκυψε ότι ο αιτών (ο οποίος δεν είναι βαπτισμένο μέλος της θρησκευτικής κοινότητας των Χριστιανών Μαρτύρων του Ιεχωβά) έχει ενστερνιστεί, ζει και ενεργεί σύμφωνα με τις θρησκευτικές πεποιθήσεις του δόγματος των Μαρτύρων του Ιεχωβά επί ικανό χρονικό διάστημα”. Τέλος, ο αιτών προγραμματίσθηκε για κατάταξη στις 16.11.2017, με την 2017 ΣΤ΄ ΕΣΣΟ, στο Κέντρο Εκπαίδευσης Τεθωρακισμένων. Με βάση, όμως, τα ήδη εκτεθέντα στην προηγούμενη σκέψη, σχετικά με την έννοια του νόμου για τις προϋποθέσεις υπαγωγής στο καθεστώς των αντιρρησιών συνείδησης, η προσβαλλόμενη πράξη δεν αιτιολογείται νομίμως. Τούτο δε, διότι, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου, η Διοίκηση απέρριψε το επίμαχο αίτημα υπαγωγής του αιτούντος στο καθεστώς του αντιρρησία συνείδησης, δεχόμενη, κατ’ ουσίαν, τη βάπτιση, ως μοναδικό μέσο απόδειξης του γεγονότος ότι ο στρατεύσιμος ασπάζεται το δόγμα τον Μαρτύρων του Ιεχωβά, χωρίς να διερευνήσει, ως όφειλε, κατ’ εκτίμηση των περιστατικών της συγκεκριμένης υπόθεσης και των σχετικών αποδεικτικών στοιχείων και, ιδίως, του περιεχομένου της από 11.1.2017 βεβαίωσης της Εκκλησίας των Μαρτύρων του Ιεχωβά - κατά την οποία ο αιτών ανήκει στο παραπάνω δόγμα και συμμετέχει στις σχετικές λατρευτικές δραστηριότητες της Εκκλησίας -, εάν ο αιτών έχει πράγματι ενστερνισθεί το δόγμα αυτό. Κατά την ειδικότερη δε γνώμη της Παρέδρου Φραντζέσκας Γιαννακού, όπως προκύπτει από τα προσκομισθέντα στοιχεία και δεν αμφισβητείται, η βάπτιση αποτελεί, ενόψει του λατρευτικού χαρακτήρα του δόγματος, αναγκαίο όρο, προκειμένου να ολοκληρωθεί η ένταξη ενός προσώπου στην Εκκλησία των Χριστιανών Μαρτύρων του Ιεχωβά και, επομένως, εφόσον ο αιτών δεν έχει βαπτισθεί, δεν δύναται να θεωρηθεί, κατά την έννοια των ως άνω διατάξεων, ως μέλος της εν λόγω Εκκλησίας. Ενόψει, όμως, των προσκομισθέντων στοιχείων (βλ. ιδίως την προμνημονευθείσα βεβαίωση της Εκκλησίας των Χριστιανών Μαρτύρων του Ιεχωβά), η Διοίκηση δεν αιτιολογεί επαρκώς εάν ο αιτών έχει αναπτύξει μία γενική αντίληψη για τη ζωή, η οποία εκδηλώνεται με την ενεργητική τήρηση ανάλογης συμπεριφοράς επί ικανό χρονικό διάστημα και του απαγορεύει την ανάληψη ένοπλης στρατιωτικής υπηρεσίας.
5. Επειδή, κατόπιν των ανωτέρω, η προσβαλλόμενη πράξη αιτιολογείται πλημμελώς και, για τον λόγο αυτό, βασίμως προβαλλόμενο, η κρινόμενη αίτηση πρέπει να γίνει δεκτή και να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη πράξη, η δε υπόθεση να αναπεμφθεί στη Διοίκηση για νέα νόμιμη κρίση. Εξάλλου, δεδομένου του ανωτέρω λόγου, για τον οποίο χωρεί η ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης, παρέλκει, ως αλυσιτελής, η εξέταση των λοιπών λόγων ακυρώσεως.
Δ ι ά τ α ύ τ α
Δέχεται την αίτηση.
Ακυρώνει την Φ.429.39/103/506187/Σ.4841/8.9.2017 απόφαση του Αναπληρωτή Υπουργού Εθνικής Άμυνας και αναπέμπει την υπόθεση στη Διοίκηση προς νέα νόμιμη κρίση.
Διατάσσει την απόδοση του παραβόλου.
Επιβάλλει εις βάρος του Δημοσίου τη δικαστική δαπάνη του αιτούντος, η οποία ανέρχεται σε εννιακόσια είκοσι (920) ευρώ.
Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 23 Ιανουαρίου 2018 και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση της 14ης Μαΐου του ίδιου έτους.
Η Πρόεδρος του Στ΄ Τμήματος Η Γραμματέας