Interdisciplinary Journal of Ecclesiastical Law
Η Βυζαντινή Σάμος (Μέρος Α')
2016-05-29 14:12
Η Σάμος, νησί του βορειοανατολικού Αιγαίου, και ένα από τα μεγαλύτερα σε μέγεθος στον αιγαιακό χώρο, βρίσκεται κοντά στις ακτές της Μικράς Ασίας.
Οι γραπτές μαρτυρίες για τη βυζαντινή Σάμο είναι ιδιαίτερα περιορισμένες. Το πότε ο Χριστιανισμός διαδέχτηκε τον πολυθεϊσμό στο νησί παραμένει άγνωστο. Το γεγονός ότι βρίσκεται πολύ κοντά στην Έφεσο πιθανώς να συνέβαλε στον πρώιμο εκχριστιανισμό της. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η βασιλική που χτίστηκε τον 5ο αιώνα στη περιοχή Τηγάνι. Παλαιοχριστιανικές βασιλικές βρίσκονται σε διάφορα σημεία του νησιού, σε αστικά κέντρα και στην ύπαιθρο. Η πλειοψηφία των βασιλικών αυτών παρουσιάζουν κατά το β ΄ μισό του 6ου αιώνα μια δεύτερη οικοδομική φάση, ενώ υπάρχουν κατάλοιπα από προσκτίσματα, κάποια από τα οποία προορίζονταν για την παραγωγή λαδιού και κρασιού. Τον 6ο αιώνα η Σάμος ευημερούσε και εμπορευόταν τα αγαθά της μέσω θαλάσσης σε μακρινές περιοχές. Μαρτυρίες για την πρωτοβυζαντινή Σάμο παρέχουν, εκτός των άλλων, και οι ανασκαφές της Γερμανικής Σχολής στη βασιλική του Πυθαγορείου.
Η Σάμος υπήρξε επισκοπή από τον 5ο αιώνα με βοηθό επίσκοπο στη Ρόδο και διατήρησε αυτή τη θέση έως και τον 12ο αιώνα.
Κατά το τέλος της πρωτοβυζαντινής περιόδου, πολλές περιοχές κατά μήκος των ακτών της εγκαταλείφθηκαν, και οι κάτοικοι μετακινήθηκαν στο εσωτερικό. Τότε κατοικήθηκε το Καστροβούνι, το οποίο βρίσκεται μεταξύ Καρλοβάσου και Βουρλιωτών. Η κατασκευή του κάστρου του Λαζάρου στους Βουρλιώτες αποδίδεται επίσης στον 7ο αιώνα.
Κατά τη μεσοβυζαντινή περίοδο η Σάμος βρισκόταν στην καρδιά της μεσαιωνικής Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Η στρατηγική της θέση οδήγησε την κεντρική εξουσία να οχυρώσει το νησί και να δημιουργήσει το ναυτικό θέμα Σάμου. Η ίδρυση του θέματος τοποθετείται χρονικά τον 8ο-9ο αιώνα ενώ οι αναφορές στους στρατηγούς του θέματος συνεχίζονται μέχρι τον 11ο-12ο αιώνα.
Ήδη από τον 4ο αιώνα ο αιγαιακός χώρος ήταν το κέντρο της Μεσογείου λόγω της Κωνσταντινούπολης. Ακόμη και μετά την κρίση του 7ου αιώνα, το οικονομικό της δίκτυο παρέμεινε σύνθετο ενώ υπήρχε άμεση επικοινωνία μεταξύ των νησιών και της ενδοχώρας κάτι που δεν ίσχυε για την υπόλοιπη Μεσόγειο. Η κεραμική που έχει βρεθεί σε όλο τον αιγαιακό χώρο και τα παράλια, όπως για παράδειγμα οι κατηγορίες ARS, Phocaean RS, LRA 2 και LRA 3, παρουσιάζουν ένα σύνθετο δίκτυο σε ολόκληρο το Αιγαίο με τα εμπορικά πλοία να κινούνται από και προς την Κωνσταντινούπολη με ενδιάμεσους τοπικούς σταθμούς.
Η ιστορία των νησιών της βυζαντινής αυτοκρατορίας από τον 6ο έως και τον 10ο αιώνα κάθε άλλο παρά ειρηνική είναι. Πέρα των συστηματικών λεηλασιών, τα νησιά δοκιμάζονται, - δια μέσου αυτών των αιώνων και από την πείνα, τις αρρώστιες και τις εσωτερικές εξεγέρσεις. Τα νησιά αυτά δεν μπορούμε να τα εντάξουμε αμιγώς κάτω από την βυζαντινή κυριαρχία, καθώς βρίσκονται κάτω από την εξουσία αυτού, που κυριαρχεί στη θάλασσα.
Ένα απο τα πιο ενδιαφέροντα κεφάλαια της σαμιακής ιστορίας είναι αυτό των αραβικών επιδρομών στο νησί. Τρεις απο αυτές τις επιδρομές αναφέρονται στις πηγές και τοποθετούνται στις εξής χρονολογίες: 665/6, 892/3, 911/2, ενώ ακολουθεί και επιδρομή των Σελτζούκων με ολιγόχρονη κατοχή μεταξύ 1090-1092.
Ο 7ος αιώνας
Ο 7ος αιώνας, είναι ο αιώνας όπου , ιστορικά τουλάχιστον, τα νησιά έρχονται στο προσκήνιο. Με τον αραβικό κίνδυνο και τον αντίκτυπο που προκαλεί η σλαβική μετακίνηση, η ζωή των νησιών διακόπτεται βιαίως. Οι χρονικογράφοι αναφέρουν τις καταστροφές των νησιών π.χ. η κατάληψη της Κύπρου το 649 ή η καταστροφή της Ρόδου το 654 από τους Άραβες. Οι ανασκαφές που έχουν γίνει μας επιτρέπουν μόνο μια ματιά στις επιπτώσεις που δημιουργήθηκαν από αυτά τα γεγονότα. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η Χίος (660).
Ο 7ος αιώνας ήταν μια πολύ δύσκολη περίοδος για όλα τα νησιά της αυτοκρατορίας. Η δύσκολη αυτή περίοδος αρχίζει νωρίτερα ή αργότερα ανάλογά την θέση του νησιού. Για τα νησιά της μικρασιατικής ακτής, φαίνεται ότι δεν αποκόπηκαν βίαια αλλά προοδευτικά μέσα στον 7ο αιώνα.
Από τον 7ο έως και τον 12ο αιώνα, η θάλασσα διασχιζόταν συστηματικά από ξένους στόλους. Αρχικά, πρόκειται για Άραβες και Σλάβους, έπονται Άραβες, Ρώσοι, Νορμανδοί, Νορμανδοί και Βενετοί και, τέλος, Νορμανδοί και Γενουάτες. Δεν θα πρέπει επίσης να εξαιρέσουμε τους κουρσάρους και τους πειρατές, που ήταν μόνιμη απειλή.
Η Σάμος υπήρξε πιθανότατα απο τα πρώτα θύματα των αραβικών επιθέσεων του 7ου αιώνα, μιας εποχής γνωστής στους μελετητές για τη ναυτική εξάπλωση του αραβικού χαλιφάτου της Δαμασκού. Η χρονολόγηση της πρώτης αυτής επίθεσης έγινε με βάση αρχαιολογικά τεκμήρια, τα οποία συμπίπτουν με αναφορά σε αραβική πηγή. Σύμφωνα με την Elisabeth Malamut, η επίθεση στο νησί πραγματοποιήθηκε το 665/6 (το 43/4 μετά Εγίραν έτος). Η έφοδος αυτή αποτελεί σταθμό σε μια σειρά καταλήψεων καίριων σημείων στο δρόμο προς την Κωνσταντινούπολη, την οποία ολοκλήρωσε ο Μωαβίας Α΄, κυβερνήτης της Δαμασκού και της Συρίας και μετέπειτα πρώτος χαλίφης των Ομεϋαδών. Απο το έτος 648 έως το έτος 675 μ.Χ. καταλαμβάνονται με την εξής σειρά η Κύπρος, η Άραδος στις συριακές ακτές, τα παράλια της Μικράς Ασίας, η Ρόδος, η Κως, η Κρήτη, η Σάμος, η Κύζικος, η Σμύρνη, και οι ακτές της Λυκίας, ενώ πραγματοποιείται νέα επιδρομή στη Ρόδο και, τέλος, στην Κρήτη. Ωστόσο ο Θεοφάνης δεν αναφέρει πουθενά στο έργο του τη Σάμο σε σχέση με τις επιχειρήσεις του 665/6, σε αντίθεση με το χρονικό του Al-Baladhuri, του Πέρση χρονικογράφου των πρώτων χρόνων του αραβικού κράτους και της εξάπλωσής τους. Η αναφορά αυτή του Al-Baladhuri είναι πολύ σημαντική, καθώς συνάδει με τα ευρήματα απο το Ευπαλίνειο Όρυγμα, που μαρτυρούν ότι το όρυγμα χρησίμευσε ως καταφύγιο κατά τη διάρκεια της επιδρομής του 665/6 μ.Χ. Ωστόσο, παραμένει προβληματική η σύνδεση των πρώτων μουσουλμανικών επιδρομών του β’ μισού του 7ου αιώνα με μνημεία, που χρονολογούνται την περίοδο αυτή, όπως το κάστρο του Λαζάρου, αλλά και διάφορες μονές.
Στη Σάμο, το Σεπτέμβριο του 1983 βρέθηκε στη θέση Μεγάλη Λάκκα από την αρχαιολόγο Saskia Robien de Melker ένας θησαυρός 300 νομισμάτων μαζί με δυο ζευγάρια χρυσά σκουλαρίκια.
Εικ. 1. Ο Θησαυρός της Μεγάλης Λάκκας
(πηγή: Κ. Τσάκος, Μ. Βιγλάκι, 2012)
Τα νομίσματα ανήκουν στους αυτοκράτορες Μαυρίκιο (539- 602), Φωκά (602-610) και Ηράκλειο (575- 641). Ο θησαυρός πρέπει να σχηματίστηκε στα χρόνια της βασιλείας του Φωκά. Αυτός ο θησαυρός είναι ένας από τους πολλούς του 7ου αιώνα που έχουν βρεθεί στο Αιγαίο. Ο θησαυρός βρέθηκε στα θεμέλια οικίας, η οποία βρισκόταν κατά το ήμισυ μέσα στη θάλασσα. Ο θησαυρός αυτός είχε τοποθετηθεί μέσα σε μια κανάτα με ένα όστρακο για πώμα. Είχε θαφτεί κάτω από το δάπεδο της οικίας κοντά στον τοίχο.
Γνωρίζουμε ότι μετά την πολιορκία της Κωνσταντινούπολης το 626, Αβαροσλάβοι και Πέρσες έκαναν επιδρομές και έτσι δικαιολογούνται οι θησαυροί που έχουν βρεθεί. Στην περίπτωση της Σάμου, ωστόσο, δεν γνωρίζουμε αν ήταν Αβαροσλάβοι ή Πέρσες.
Σε κάθε περίπτωση, το εύρημα αυτό παρουσιάζει το τέλος του 6ου – αρχές του 7ου αιώνα ως μια ιδιαίτερα ταραγμένη περίοδο κατά την οποία οι κάτοικοι της Σάμου, προσπάθησαν να αποκρύψουν πιθανότατα ότι πολυτιμότερο είχαν με το σκεπτικό ότι ο κίνδυνος θα παρερχόταν. Είναι πολύ πιθανόν οι κάτοικοι αυτής της θέσης να αναζήτησαν καταφύγιο στο Κάστρο Λαζάρου το οποίο πιθανότατα να κατασκευάστηκε για να προφυλάξει τους κατοίκους από τις επιδρομές.
Δυο αιώνες μετά την επιδρομή του 665/6, βυζαντινές πηγές μας πληροφορούν για μια νέα μεγάλη αραβική επίθεση στη Σάμο στα χρόνια του Λέοντα ΣΤ΄ ( 886- 912). Η περίοδος αυτή χαρακτηρίζεται απο τη Malamut ως μια εποχής πραγματικής θαλασσοκρατίας των Αράβων στο Αιγαίο. Η εκστρατεία των Αράβων ξεκίνησε επί Λέων Γ΄ (685-741) , το 717 με την πολιορκία της Κωνσταντινούπολης και από ξηρά και από θάλασσα. Οι Βυζαντινοί για άλλη μια φορά κέρδισαν χάρη στο υγρό πυρ. Επίσης ο χειμώνας του 717 ήταν ιδιαίτερα ψυχρός με αποτέλεσμα το θάνατο ενός μεγάλου αριθμού Αράβων, ο οποίος ακολουθήθηκε από λοιμό που ξέσπασε στο αραβικό στρατόπεδο. Το τελικό χτύπημα έδωσε η επίθεση των Βουλγάρων εναντίον των Αράβων. Το 718 οι Άραβες έλυσαν την πολιορκία.
Ο 8ος αιώνας
Στις αρχές του 8ου η κατάσταση δεν έχει αλλάξει ριζικά στον νησιωτικό χώρο. Οι Άραβες συνεχίζουν να αποτελούν απειλή, το ίδιο και οι Βούλγαροι. Ωστόσο, στα μέσα του αιώνα (750), οι πιέσεις των Αράβων στο βυζαντινό νησιωτικό χώρο εξασθενούν λόγο εσωτερικών αναταραχών.
Η βυζαντινή κυριαρχία στο Αιγαίο εδραιώθηκε ξανά τον 8ο αιώνα, επί Λέοντος Γ΄, και ενισχύθηκε με ναυτική νίκη επί των Αράβων το 747 ενώ σταθεροποιήθηκε με την μετατόπιση του κέντρου του αραβικού κόσμου από τη Δαμασκό στη Βαγδάτη. Η ανασύνταξη ωστόσο του αραβικού ναυτικού, ανέτρεψε το σκηνικό στα τέλη του 8ου –αρχές 9ου αιώνα. Η αραβική κυριαρχία εδραιώθηκε για περισσότερο από έναν αιώνα στον αιγαιακό χώρο, με εναρκτήριο γεγονός της κατάληψη της Κρήτης από τους Άραβες ( 820-829 ) .
Κατά τη διάρκεια του αιώνα οι κρίσεις της αυτοκρατορίας διαδέχονταν η μία την άλλη. Εκτός της δημογραφικής, οικονομικής και κοινωνικής κρίσης ήρθε να προστεθεί και η θρησκευτική κρίση της Εικονομαχίας .
Τα νησιά, παρατηρεί η Elizabeth Malamut, φαίνεται να παίρνουν το μέρος των εικονομάχων, με σκοπό να εξεγερθούν εναντίον του Λέων Γ΄(717- 741).
Ο 9ος αιώνας
Όσον αφορά την διάρθρωση των νησιών του Αιγαίου τον 9ο αιώνα, το πιο σημαντικό στοιχείο είναι η οργάνωση τους σε θέματα. Συγκεκριμένα στον Αιγαιακό χώρο συναντάμε τα θέματα Κρήτης, Αιγαίου Πελάγους και Σάμου. Το θέμα Αιγαίου Πελάγους περιλαμβάνει τις Κυκλάδες, τις Σποράδες καθώς και τη Μυτιλήνη, τη Χίο και τη Λέσβο. Ωστόσο, δεν γνωρίζουμε ακριβώς μέχρι που έφταναν τα όρια του θέματος.
Το θέμα της Σάμου δημιουργείται γύρω στο 893, ωστόσο η Malamut δίνει ένα μεγαλύτερο εύρος χρονολογικά για την δημιουργία του, προτείνοντας τις χρονολογίες μεταξύ 842-843 έως 893 .
Η διαφορά του από τα άλλα δυο θέματα του Αιγαιακού χώρου είναι ότι το θέμα της Σάμου περιελάμβανε και ένα τμήμα της Μικράς Ασίας. Πρωτεύουσα του θέματος ήταν η Σμύρνη.
Γνωρίζουμε ότι ο στρατηγός της Σάμου έμενε στη Σμύρνη τον 10ο αιώνα. Στην ίδια πόλη όφειλαν να απογράφονται όσοι μπορούσαν να καταταχτούν στο στρατό.
Στην περίπτωση του θέματος της Σάμου υπάρχουν δυο τινά: ή πρόκειται για ένα στρατιωτικό θέμα ή η Σάμος ήταν η πρωτεύουσα ενός νησιωτικού θέματος για το οποίο δεν γνωρίζουμε τα όρια του. Δεν γνωρίζουμε ποια από τις δυο υποθέσεις είναι αληθείς, αυτό που γνωρίζουμε σίγουρα όμως είναι ότι, η Σάμος τον 10ο αιώνα έπαιζε σημαντικό στρατηγικό ρόλο. Η Σάμος είναι το νησί όπου συγκεντρωνόταν ο πολεμικός στόλος του θέματος.
Γνωρίζουμε επίσης ότι σε πηγές αναφέρεται ο δρουγγάριος Αιγαίου Πελάγους, ο οποίος αργότερα γίνεται στρατηγός Αιγαίου Πελάγους και έχει υπό τον έλεγχο του το βόρειο Αιγαίο. Ο υπόλοιπος νησιωτικός χώρος ήταν υπό την εξουσία του δρουγγάριου του Κόλπου ο οποίος τον 9ο αιώνα γίνεται στρατηγός του θέματος Σάμου. Και τα δυο αυτά αξιώματα αναφέρονται για πρώτη φορά στο Κλητορολόγιο του Φιλοθέου (899). Ωστόσο, δεν γνωρίζουμε περαιτέρω πληροφορίες όπως προαναφέρθηκε για τα σύνορα τον θεμάτων, τις κυριότερες πόλεις ή την διαδοχή των αξιωματούχων αυτών των περιοχών.
Οι πηγές σώζουν επίσης κάποιους από τους στρατηγούς του νησιού. Ο πρώτος που αναφέρεται είναι ο Κωνσταντίνος Πασπαλάς, ο οποίος φυλακίστηκε από τους Άραβες το 893. Στρατηγός του θέματος υπήρξε και ο αυτοκράτορας Ρωμανός Λεκαπηνός ή Λακαπηνός (920-944). Ακολουθεί το όνομα Θεοφάνης, αλλά δεν γνωρίζουμε περαιτέρω στοιχεία για αυτόν πέραν του ότι ήταν στρατηγός του νησιού μεταξύ 932-942.
Ωστόσο, ο στρατηγός θα πρέπει να υπήρξε ως θέση μέχρι τον 9ο αιώνα καθώς ήδη από τα μέσα του 8ου οι πηγές μιλούν για τον δρουγάριο των Δωδεκανήσων μεταξύ 780-800 και αργότερα για τον δρουγάριο του Κόλπου γύρω στο 843. Δεν υπάρχουν όμως μολυβδόβουλα που να αποδεικνύουν την ύπαρξη αυτών των δυο θέσεων.
Ο στρατηγός της Σάμου αναφέρεται συχνά και έχουν σωθεί πολλά μολυβδόβουλα στο νησί. Επίσης ο στρατηγός της Σάμου έμπαινε επικεφαλής του στόλου καθ’ όλη τη διάρκεια του 11ου αιώνα, αλλά στο τέλος του αιώνα ο θεματικός στόλος διαλύεται και η Σάμος γίνεται μια τυπική επαρχία.
Δεν γνωρίζουμε μέχρι που έφταναν τα όρια του θέματος. Επίσης, στο έργο De Thematibus του Κωνσταντίνου Πορφυρογέννητου (913-959), δεν αναφέρονται τα όρια του θέματος και αν συμπεριλάμβανε κάποιο από τα γειτονικά νησιά. Ωστόσο, πιθανότατα τα θέματα Σάμου και Αιγαίου Πελάγους να δημιουργούνται σχεδόν ταυτόχρονα.
Το θέμα της Σάμου και το θέμα Αιγαίου Πελάγους, θα πρέπει να συμμετείχαν από κοινού στις πολεμικές επιχειρήσεις κατά τη διάρκεια του 10ου αιώνα π.χ. σε δυο επιχειρήσεις του 910 και 949 εναντίον της Κρήτης.
Το 826 οι Άραβες έχουν αρχίσει για ακόμη μια φορά τις εκστρατείες τους, ενώ μεταξύ 820-829 καταλαμβάνεται η Κρήτη, η οποία θα μείνει σχεδόν ενάμιση αιώνα υπό αραβική κυριαρχία. Η Κρήτη λειτούργησε ως βάση του στόλου των Αράβων για τις εξορμήσεις τους στο Αιγαίο.
Οι ερευνητές καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι το νησί καταλήφθηκε απο τους Άραβες το 892/3, όταν σύμφωνα με τις πηγές καταλήφθηκε το κάστρο της Σάμου και συνελήφθη ο πρώτος αναφερόμενος στις πηγές στρατηγός του θέματος Σάμου Κωνσταντίνος Πασπαλάς. Ποιο όμως είναι το κάστρο της Σάμου, που αναφέρουν οι πηγές; Πρόκειται κατά πάσα πιθανότητα για το Κάστρο του Λογοθέτη στο Πυθαγόρειο, το οποίο έχει χρονολογηθεί επί αυτοκράτορα Θεοφίλου (829-842 ).
Γενικώς, όπως παρατηρήθηκε και παραπάνω, η βυζαντινή Σάμος ακολουθεί την ιστορία της βυζαντινής αυτοκρατορίας. Το 1304 το νησί έπεσε στα χέρια των Γενουατών, αλλά ανακατελήφθει από τους Βυζαντινούς το 1329 για να περάσει οριστικά στους Δυτικούς από το 1346 ως το 1475, οπότε και προσαρτήθηκε στην Οθωμανική Αυτοκρατορία.
- Andrews 2006: K. Andrews, Castles of the Morea, Gennadeion Monographs IV, 2006.
- Armstrong 2009: P. Armstrong, “Trade in the east Mediterranean in the 8th century”, Byzantine Trade, 4th -12th Centuries, Ashgate Publishing Ltd, 2009, 157-178
- Bon 1936: A. Bon, The Medieval Fortifications of Acrocorinth and Vicinity, Boston, 1936
- Crow – Hill 1995: J. Crow – S. Hill, “The Byzantine Fortifications of Amastris in Paphlagonia”, Anatolian Studies, 45, 1995, 251-265.
- Lawrence 1983: A. W. Lawrence, “A Skeletal History of Byzantine"
- Malamut 1988: E. Malamut, Les îles de l’Empire Byzantin VII e – XII e siècles, Byzantina Sorbonesia 8, Paris, 1988.
- Nesbitt - Oikonomides 1994: J. Nesbitt N. Oikonomides, “Catalogue of Byzantine Seals at Dumbarton Oaks and in the Fogg Museum of Art”, τομ. 2: South of the Balkans, the Islands, South of Asia Minor, Washington D.C., 1994.
- Ostrogorsky 2006, 2008: G. Ostrogorsky, Η Ιστορία του Βυζαντινού Κράτους, τόμοι 1 και 1, Ιστορικές Εκδόσεις Στεφ. Δ. Βασιλόπουλος, Αθήνα, 2006 και 2008.
- Wickham 2005: C. Wickham, Framing the early Middle Ages : Europe and the Mediterranean 400-800, Oxford University Press, 2005.
- Γεωργοπούλου Ντ’ Αμίκο 2008: Ι. Γεωργοπούλου Ντ’ Αμίκο (επιμ.), Κάστρων Περίπλους Castrorum Circumnavigatio, Υπουργείο Πολιτισμού, Ταμείο Αρχαιολογικών Πόρων, Αθήνα 2008.
- Καλλιγά 2006: Χ. Καλλιγά, Μονεμβασιά: Ξαναγράφοντας σε παλίμψηστα, Ποταμός, 2006.
- Κόλλιας 2000: Η. Κόλλιας, Η Μεσαιωνική πόλη της Ρόδου και το Παλάτι του Μεγάλου Μαγίστρου: από τα παλαιοχριστιανικά χρόνια μέχρι την τουρκική κατάκτηση, Ταμείο Αρχαιολογικών Πόρων και Απαλλοτριώσεων, Αθήνα 2000.
- Πέννα 2010: Β. Πέννα, « Κοινωνία και Οικονομία στο Αιγαίο κατά τους Βυζαντινούς Χρόνους (4ος-12ος αι.)», Οβολός 9, Το Νόμισμα στα νησιά του Αιγαίου Νομισματοκοπεία, Κυκλοφορία, Εικονογραφία, Ιστορία, Πρακτικά Συνεδρίου της Ε΄ Επιστημονικής Συνάντησης , Αθήνα 2010, 11-42.
- Πούλου – Παπαδημητρίου 1998: Ν. Πούλου – Παπαδημητρίου, « Η Βυζαντινή Περίοδος», Η Καθημερινή, 1998, 6-7.
- Σαββίδης 1998: Α. Σαββίδης, Η Σάμος από τα Βυζαντινά χρόνια μέχρι σήμερα, Πρακτικά Συνεδρίου, Τόμος Α΄, Πνευματικό Ίδρυμα Σάμου «Νικόλαος Δημητρίου», Αθήνα, 1998.
- Ταρσούλη 2003: Α. Ταρσούλη, Κάστρα και πολιτείες του Μοριά, Εκδοτικός Οίκος Π. Δημητράκου, Αθήνα, 1936.
- Τσάκος 1979: Κ. Τσάκος, «Συμβολή στην Παλαιοχριστιανική και Βυζαντινή Βιβλιογραφία της Σάμου», Αρχαιολογική Εφημερίδα, 1979, 11-25.
Εικόνες
—————