Αυτές τις μέρες το Μουσείο Ακρόπολης στεγάζει μία εξόχως ενδιαφέρουσα έκθεση για τα συναισθήματα στην αρχαία Ελλάδα. Το ευρύ πλαίσιο των εκθεμάτων, που εκτείνεται από αγαλματικές προσωποποιήσεις καταλυτικών συναισθημάτων, όπως ο Έρωτας και ο Πόθος, μέχρι μικρές εκφράσεις στοργής, αγάπης ή και μίσους, αναδεικνύει ένα πολύπτυχο φάσμα εκφάνσεων του αρχαίου θυμοῦ, του θυμικού όπως θα λέγαμε σήμερα. Ήδη από τα ομηρικά έπη ο θυμὸς καθοδηγεί τους ήρωες στην ισχυρή έκφραση των συναισθημάτων τους, ενώ, κατά την κορύφωση της κλασικής περιόδου τον 5ο αιώνα π.Χ., βλέπουμε πια ότι και η έννοια της ψυχῆς σχετίζεται με τον έντονο συναισθηματικό κόσμο του ανθρώπου. Αργότερα, βέβαια, στα έργα του Πλάτωνα θεμελιώνεται σαφώς η διάσταση της ψυχῆς ως μία αθάνατης και άφθαρτης οντότητας που σχετίζεται ιδεατά με ανώτερες νοητικές και κανονιστικές λειτουργίες, διαχωριζόμενη από το σώμα, μία θεώρηση που mutatis mutandis επικρατεί μέχρι σήμερα.
Ωστόσο, πέρα από τη φιλοσοφική θεώρηση των συναισθημάτων στην κλασική Ελλάδα, η έκθεση μπορεί να αποτελέσει μία αφορμή για μία διαλεκτική προσέγγιση της Αρχαιότητας, που δεν περιορίζεται στις μεγάλες μνημειακές της εκφράσεις, αλλά εκτείνεται σε μία σύνθετη εικόνα του εν γένει καθημερινού βίου. Μία τέτοια πλατειά οπτική είναι απαραίτητη για μία ουσιαστική μελέτη μίας μεγάλης περιόδου της ανθρώπινης ιστορίας που παρουσιάζεται και διαμορφώνεται στις συνειδήσεις της πλειονότητας της κοινωνίας συχνά μονομερώς. Είτε κάτω από το έκπαγλο όραμα του κλασικού πολιτισμού, που αποτέλεσε «εθνικό αφήγημα» του νεοελληνικού κράτους ή μέσα από μία προκατειλημμένη προσπάθεια αποδόμησης και απαξίωσης βασικών γνωρισμάτων αυτού του πολιτισμού, η πρόσληψη της Αρχαιότητας τοποθετείται συχνά σε μία ανώφελη διελκυστίνδα.
Σίγουρα μία κριτική εξέταση του θέματος, που επιτέλους απαντά τα τελευταία χρόνια και στην ελληνική επιστημονική βιβλιογραφία, κάλλιστα συνδυάζεται με τέτοιες ευρείες θεωρήσεις της Αρχαιότητας όπως ο «Κόσμος των Συναισθημάτων». Και αυτή δε περιορίζεται αναγκαστικά στον ειδικό, που αναστοχαστικά θα διέλθει τα εκθέματα, έχοντας επίγνωση ότι ή Ιστορία της Τέχνης είναι ταυτόχρονα και μία ιστορία της πρόσληψής της. Και στο ευρύ κοινό μπορεί να γίνει αντιληπτή, σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό, η συνθετότητα του συναισθηματικού κόσμου της Αρχαιότητας, αποτελώντας μία νύξη για μία βαθύτερη και ουσιαστικότερη θέασή της πέρα από χλαμυδοπληξίες και απλοϊκές μεγαλοστομίες ή, για να παραφράσω τον Σεφέρη, γυρεύοντας την άλλη ζωή, πέρα από τ’ αγάλματα.
Νικόλαος Χαροκόπος, Βοηθός Αρχισυντάκτη