Η Μονή Πετριτζού είναι σημαντικό μνημείο χριστιανικής αρχιτεκτονικής και ένα από τα μεγαλύτερα και αρχαιότερα Ορθόδοξα μοναστήρια στην Ευρώπη. Βρίσκεται στη δεξιά όχθη του Ποταμού Ασένιτσα (ή Τσεπελάρε), 189 χλμ. από τη Σόφια και 10 χλμ. νότια του Ασένοβγκραντ και σήμερα υπάγεται άμεσα στην Ιερά Σύνοδο της Βουλγαρικής Ορθόδοξης Εκκλησίας. Το μοναστήρι θεωρείται ως μοναδικός συνδυασμός Βυζαντινού, Γεωργιανού και Βουλγαρικού πολιτισμού, με κοινό σημείο μεταξύ τους την Ορθόδοξη πίστη.
Ιδρύθηκε το 1083 από τον Μέγα Δομέστικο της Δύσης Γρηγόριο Πακουριανό, εξέχοντα πολιτικό και στρατιωτικό διοικητή στην υπηρεσία των Βυζαντινών. Ο Γρηγόριος Πακουριανός (λατινικά: Gregorius Pacurianus, γεωργιανά: გრიგოლბაკურიანის-ძე, αρμενικά: Գրիգոր Բակուրյան, βουλγαρικά: Григорий Бакуриани) ήταν ένας από τους πιο επιτυχημένους στρατιωτικούς του Βυζαντίου κατά τον 11ο αι. Υπήρξε γιος του Γεωργιανού Δούκα Πακουριανού (Bakurian) της περιοχής της Ταόχης (γεωργιανά: Τάο) στη σημερινή Ανατολική Τουρκία, κοντά στα σύνορα με Γεωργία και Αρμενία, η οποία το 1001 προσαρτήθηκε από το Βυζάντιο. Έμεινε ορφανός σε μικρή ηλικία και επειδή η οικογενειακή περιουσία μοιράστηκε στις πολλές αδελφές του αναγκάστηκε, μαζί με τον αδελφό του Απάσιο (ο οποίος αναφέρεται στο τυπικό της Μονής), να εγκαταλείψει την πατρίδα του, σε αναζήτηση καλύτερης τύχης. Τέθηκε στην υπηρεσία των Βυζαντινών και διακρίθηκε ως διοικητής στρατευμάτων για τις πολεμικές του αρετές. Έτσι ανέλαβε κατά καιρούς το αξίωμα του Δούκα στην Τραπεζούντα, στην Θεοδοσιούπολη, στο Κάρς, στα Σμολενά και τέλος, το 1081, έγινε Μέγας Δομέστικος της Δύσης. Ο Μέγας Δομέστικος της Δύσης (πρώην Δομέστικος των Σχολών) ήταν ένα άκρως σημαντικό αξίωμα με μεγάλη ισχύ, καθώς ουσιαστικά σήμαινε την αρχιστρατηγία των βυζαντινών δυνάμεων στις εκστρατείες αντικαθιστώντας τον ίδιο τον Αυτοκράτορα.
Κατά τη διάρκεια της σταδιοδρομίας του, ο Γρηγόριος Πακουριανός αμείφθηκε για τις υπηρεσίες του με πολλά κτήματα, κυρίως στη Θράκη και στη Μακεδονία. Επιπλέον, απέκτησε σημαντική περιουσία όταν κληρονόμησε τον αδελφό του Απάσιο, που είχε γίνει μάγιστρος (ανώτατος υπάλληλος της κεντρικής διοίκησης της Αυτοκρατορίας) και διετέλεσε διοικητής Αντιοχείας. Στην σωτηρία, δε, της ψυχής του αδελφού του, όπως άλλωστε και της δικής του, αφιέρωσε ο Γρηγόριος τη Μονή του.
Ο Γρηγόριος Πακουριανός συνδέθηκε, επίσης, φιλικά με τον Αυτοκράτορα Αλέξιο Α΄ Κομνηνό, ώστε μετά την ανάρρησή του τελευταίου στον αυτοκρατορικό θρόνο (στην οποία είχε συνεργήσει και ο ίδιος ως στρατιωτικός διοικητής) έλαβε νέους τίτλους και αξιώματα. Αγωνίστηκε μαζί με τον Αλέξιο για την αντιμετώπιση των επιδρομών των Νορμανδών, των Κομάνων και των Πετσενέγκων. Σκοτώθηκε σε αρκετά μεγάλη ηλικία, το 1086, πολεμώντας κατά των Πετσενέγκων υπέρ της ακεραιότητας της Βυζαντινής αυτοκρατορίας, που την είχε υπηρετήσει σε όλη του τη ζωή.
Σε έκταση που του είχε παραχωρηθεί από τον αυτοκράτορα κοντά στη σημερινή Στενήμαχο ίδρυσε τη Μονή Πετριτζού, αφιερωμένη στην Κοίμηση της Θεοτόκου, ως Σταυροπηγιακή (δηλαδή ανεξάρτητη από τον τοπικό επίσκοπο, υπαγόμενη απ’ ευθείας στον Πατριάρχη), Ιβηριανή (το θέμα της Ιβηρίας περιελάμβανε αρκετά εδάφη της Γεωργίας και της Αρμενίας) και Ορθόδοξη μονή. Όπως υπερηφανεύεται στο τυπικό, ίδρυσε τη Μονή αποκλειστικά με δικούς του πόρους, χωρίς να εκμεταλλευτεί τους χωρικούς, που ζούσαν στα κτήματά του. Ο Γρηγόριος προίκισε με σημαντική περιουσία και για την καλύτερη λειτουργία της συνέταξε το εδώ μελετώμενο τυπικό. Επίσης, την προίκισε με μια πολύ σημαντική συλλογή από εικόνες.